Δημοσιεύουμε το όγδοο κεφάλαιο του βιβλίου του Vadim V. Damier «O αναρχοσυνδικαλισμός στον 20ο αιώνα»,
το οποίο βρίσκεται υπό μετάφραση. Το κεφάλαιο παρουσιάζει με συνοπτικό
τρόπο τις θεωρητικές συζητήσεις του αναρχικού και αναρχοσυνδικαλιστικού
κινήματος κατά τις δεκαετίες του 1920 και του 1930. Δυο δεκαετίες
κρίσιμες για το εργατικό κίνημα, που οδήγησαν στην κορύφωση των
μακροχρόνιων προσπαθειών, αναρχικών και αναρχοσυνδικαλιστών, με την
Κοινωνική Επανάσταση στην Ισπανία το 1936. Το κείμενο για αυτό το λόγο
δημοσιεύεται και στην ενότητα για τα 80χρονα της Κοινωνικής Επανάστασης,
μιας και αποτελεί ένα εξαιρετικό δείγμα του ιστορικού πλαισίου, εντός
του κινήματος, σε όλο τον κόσμο, που οδήγησε στα γεγονότα του Ιουλίου
του 1936. Οι συζητήσεις, οι καβγάδες, οι αγωνίες, οι φωνές από το
παρελθόν, των συντροφισσών και των συντρόφων, με μοναδική τους έγνοια
των αγώνα και το χτίσιμο μιας άλλης κοινωνίας. Λόγω του μεγέθους του
όγδοου κεφαλαίου, η δημοσίευση του, εδώ, χωρίζεται σε τέσσερα μέρη.
Αναρχισμός & Αναρχοσυνδικαλισμός 4ο μέρος
Σε αυτή τη συγκυρία, η προσοχή
επικεντρώνονταν στους αναρχοσυνδικαλιστές στην Ισπανία -μια χώρα όπου η
κοινωνική επανάσταση θα γίνονταν σύντομα πραγματικότητα. Αυτός ήταν ο
λόγος που οι αντιπρόσωποι της CNT στο 4ο συνέδριο της I.W.A. υποστήριζαν
την πρόταση του Bernard[26]. «Είναι απαραίτητο να
θρέψουμε τις εποικοδομητικές δυνατότητες των εργατών. Ο καπιταλισμός δεν
θα πεθάνει από μόνος του. Η εποικοδομητική δράση είναι σημαντικότερη
από τα οδοφράγματα», δήλωσε ο Victor Orobón Fernández. Αναφέρθηκε στο παράδειγμα της Ρωσίας, όπου «οι αναρχικοί πολεμούσαν, ενώ οι Μπολσεβίκοι ξεκίνησαν από μόνοι τους να χτίζουν».[27]
Όσο περισσότερο οι άνθρωποι ετοιμάζονται για επανάσταση, τόσο καλύτερα
θα γνωρίζουν τι να πράξουν μετά την ανατροπή και την απαλλοτρίωση
Κεφαλαίου και Κράτους, θα είναι ευκολότερη και λιγότερο επίπονη η
συνέχιση της Επανάστασης και με λιγότερο κίνδυνο υφαρπαγής της από μια
πρωτοπορία. Η σημασία των επιχειρημάτων των ευρωπαίων
αναρχοσυνδικαλιστών βρίσκεται στην επιμονή τους πως η διάδοση των
ελευθεριακών αξιών και ιδεών είναι, από μόνη της, ανεπαρκής.
Επέμεναν πως ήταν απαραίτητο να ετοιμαστούν οι άνθρωποι, τεχνικά και
οργανωτικά, ώστε η κατανόηση τους για την παραγωγή να είναι τέτοια που
να τους επιτρέψει να πάρουν στα χέρια τους την διεύθυνση της παραγωγής
μετά την Επανάσταση. «Αναμφίβολα: για να θριαμβεύσει ένα ιδανικό,
πρέπει να έχει ριζώσει στα κεφάλια εκείνων που θα το υπερασπιστούν. Η
ανεπαρκής προετοιμασία των ανθρώπων οδηγεί σε αμφιταλαντεύσεις, πάντα
θανάσιμες για το ζήτημα που υπερασπίζονται. Για αυτό αναγνωρίζουμε πως
οι άνθρωποι, προτού συνεχίσουν με την οργάνωση της αναρχικής κοινωνίας,
είναι απαραίτητο να έχουν προετοιμαστεί εκ των προτέρων» , τόνιζε ο Márquez Sicilia στο θεωρητικό περιοδικό των Ισπανών αναρχικών La Revista Blanca. Επέμενε πως, αν και η Επανάσταση θα ήταν βίαιη, ο κύριος δρόμος προς την νέα κοινωνία θα ήταν η προπαγάνδα: «Η
νίκη μπορεί να επιτευχθεί ως αποτέλεσμα μιας γενικότερης προσπάθειας, η
οποία θα εξαρτάται, επιπρόσθετα, από την πλειοψηφία των ανθρώπων. Και
αυτή η συντονισμένη δράση, η υποστήριξη της πλειοψηφίας των ανθρώπων,
μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσω μιας μακράς περιόδου ιδεολογικής
προπαγάνδας, αλλά προπαγάνδας αρμόδιας, σοβαρής, σχεδιασμένης και
υπεύθυνης …»[27]
O J. Masgomiery ένας άλλος συντάκτης του La Revista Blanca ανέφερε πως το θέμα δεν ήταν μια ατέρμονη διαδικασία αναμονής ωσότου όλοι να γίνουν αναρχικοί: «Για
να γίνει η αναρχική κοινωνική επανάσταση … μια ανίκητη και θριαμβευτική
δύναμη που θα αγκαλιάζει ολόκληρο το πληθυσμό, πρώτα είναι αναγκαίο ο
καθένας να ξέρει και να κατανοεί, δίχως ιδιαίτερο κόπο, τον οργανωτικό
μηχανισμό της νέας τάξης πραγμάτων. Και αυτή η ξεκάθαρη κατανόηση, η
υλική κατανόηση του νέου συστήματος, θα οδηγήσει στην επαναστατική
συνείδηση η οποία θα γίνει η πιο σίγουρη εγγύηση για την ανάπτυξη της
Επανάστασης -περισσότερο απ’ ότι οι αφηρημένες και φιλοσοφικές σπουδές.»
Οι Ισπανοί αναρχικοί αρνούνταν κατηγορηματικά την ιδέα που προωθούσαν
ορισμένοι συνδικαλιστές σχετικά με τη διαφορά μεταξύ μιας αναρχικής
κοινωνίας και του ελευθεριακού κομμουνισμού: θολές ιδέες γύρω από την
Αναρχία, ως μια απλή αφαίρεση οποιωνδήποτε περιορισμών, θα οδηγούσαν σε «μια θλιβερή κατάσταση» η οποία θα κατέληγε σε «ένα ασυνείδητο σαμποτάζ του ιδανικού του κάθ’ ενός που στρώνει το δρόμο σε μεθοδεύσεις νεόκοπων πολιτικών».[28]
Στην Ισπανική CNT αυτές οι τάσεις υπήρχαν κοντά και στον επαναστατικό συνδικαλισμό -με την έννοια της «συνδικαλιστικής κατασκευής της κοινωνίας», και στην αντίληψη του «ελευθεριακού κομμουνισμού».[29]
Η συζήτηση συνεχίζονταν γύρω από το τι θα έπρεπε να γίνει μετά τον
θρίαμβο της Επανάστασης μέσω της Γενικής Απεργίας και της εξέγερσης. Οι
«κομμουναλιστές», ακολουθώντας την αναρχοκομμουνιστική παράδοση,
πίστευαν πως η βάση της μελλοντικής κοινωνίας θα έπρεπε να είναι η
ελευθεριακή κομμούνα(«o ελεύθερoς δήμος»), αυτόνομη και
αυτάρκης στον μέγιστο βαθμό. Αντιστοίχως, έδιναν λιγότερη σημασία στα
προβλήματα με οικονομικές ρίζες και στην διαχείριση των συντονισμένων
προσπαθειών μεταξύ τέτοιων κομμούνων, υποθέτοντας πως οποιαδήποτε
πλεονάσματα θα ανταλλάσσονταν σε μια αχρήματη βάση. Οι οπαδοί της
βιομηχανικής οργάνωσης, ήταν με το μέρος του βιομηχανικού
συνδικαλιστικού σχεδίου, σύμφωνα με το οποίο, αφού η Επανάσταση θα
συγκεντροποιούσε την διαχείριση των εργοστασίων, οι δομές και οι μορφές
οργάνωσης της οικονομίας θα διατηρούνταν και θα περνούσαν, από τον
ιδιωτικό ή κρατικό έλεγχο, στα χέρια των αντίστοιχων
συνδικάτων(εργατικών ενώσεων). Το δυνατό σημείο τους ήταν η εξεύρεση
λύσεων σε οικονομικά προβλήματα, σύμφωνα με τις αρχές του ελευθεριακού
σχεδιασμού.
Οι πιο γνωστοί θεωρητικοί των κομμουναλιστών ήταν ο
συγγραφέας και εκδότης Federico Urales(συντάκτης του λογοτεχνικού και
θεωρητικού περιοδικού La Revista Blanca) και ο γιατρός Issac Pouente. Ο
Urales συνδύαζε την συλλογιστική του Kropotkin με τις παραδόσεις των
ισπανικών κοινοτήτων της υπαίθρου, τις οποίες θεωρούσε ως την
καταλληλότερη βάση για την πραγματοποίηση των συλλογικών αρχών της
αλληλεγγύης. Επέμενε πως η Επανάσταση θα ξεσπούσε μετά από μια φάση
καπιταλιστικής κρίσης και θα είχε ως αποτέλεσμα την αναγέννηση των
κοινοτικών παραδόσεων στα ελεύθερα χωριά.[30] Την ίδια στιγμή, ο Urales και οι υποστηρικτές του υπολόγιζαν στην παρουσία του επαναστατικού αυθορμητισμού.
Άλλοι αναρχικοί θεωρούσαν απαραίτητη την διατύπωση ιδεών γύρω από μια
επαναστατική κοινωνία, που θα μπορούσαν να παρέχουν κατευθυντήριες
γραμμές για πειραματισμό στις εργατικές εξεγέρσεις.(Αυτή την άποψη είχαν
οι ακτιβιστές της ομάδας Nosotros, που ήταν πίσω από πολλές
αναρχοσυνδικαλιστικές εξεγέρσεις κατά τη περίοδο 1932-1933.)
Αυτές οι ιδέες είχαν διαδοθεί από τον Puente, έναν από τους ηγέτες των εξεγέρσεων, στο βιβλίο του «Ο σκοπός της CNT – Ο Ελευθεριακός Κομμουνισμός».
Το βιβλίο περιείχε ένα σχέδιο για τη δημιουργία ενός συστήματος
ελευθεριακού κομμουνισμού στην Ισπανία και επιχειρήματα υπέρ της
έμπρακτης εφαρμογής του. Όπως και ο Urales, ο Puente ακολουθούσε την
κατανόηση του Kropotkin για τις κοινωνικές κλήσεις της ανθρωπότητας.
Απέρριπτε την ιδέα της επαναστατικής ή μέτα-επαναστατικής ελίτ και της
μεταβατικής περιόδου. Πίστευε πως το κομμουναλιστικό κίνημα ήταν
εναρμονισμένο με τα κοινωνικά ένστικτα της ανθρωπότητας. Ο συγγραφέας
είχε ως αφετηρία την υπόθεση πως ο ελευθεριακός κομμουνισμός θα μπορούσε
να εγκαθιδρυθεί στην Ισπανία, η οποία θα αντιστέκονταν μετέπειτα στον
καπιταλιστικό κόσμο. Ο Puente παραδέχονταν πως η κομμούνα, ως λαϊκό
όργανο(η γενική συνέλευση όλων των κατοίκων) μπορούσε να υπάρξει μόνο σε
χωριά ή μικρές πόλεις και πως σε μεγάλα πληθυσμιακά κέντρα οι
λειτουργίες της θα μπορούσαν να διενεργούνται από τα όργανα των
συνδικάτων(ενώσεις παραγωγών). Αλλά, σύμφωνα με την αναρχοσυνδικαλιστική
παράδοση, έδινε έμφαση στην εθελοντική φύση και την
κοινωνική-οικονομική αυτάρκεια των κομμούνων. Ήταν σκεπτικιστής με τους «αρχιτέκτονες του νέου κόσμου»,
τον διαχειριστικό σχεδιασμό και την βιομηχανική ανάπτυξη. Ο κοινωνικός
πλούτος, τα μέσα παραγωγής και τα παραγόμενα προϊόντα με την βοήθεια
αυτών των μέσων, θα γίνονταν ιδιοκτησία του καθενός. Κάθε μέλος της
κοινωνίας είχε την υποχρέωση να εργάζεται στο μέτρο των δυνατοτήτων του
και με αντάλλαγμα θα λάμβανε την πιθανότητα να ικανοποιεί τις δικές του
ανάγκες.
Το χρήμα, σε οποιαδήποτε μορφή, δεν χρειάζονταν. Ο πλούτος θα διανέμονταν «σε αναλογία προς την ζήτηση του». Τέλος, η οικονομία της χώρας «θα ήταν αποτέλεσμα του συντονισμού μεταξύ των διάφορων τοποθεσιών», οι οποίες θα κανόνιζαν αναμεταξύ τους, στο χαμηλότερο επίπεδο, τις συνδυασμένες προσπάθειες με ολομέλειες, συνέδρια και μέσω βιομηχανικών ομοσπονδιών.[31]
Το χρήμα, σε οποιαδήποτε μορφή, δεν χρειάζονταν. Ο πλούτος θα διανέμονταν «σε αναλογία προς την ζήτηση του». Τέλος, η οικονομία της χώρας «θα ήταν αποτέλεσμα του συντονισμού μεταξύ των διάφορων τοποθεσιών», οι οποίες θα κανόνιζαν αναμεταξύ τους, στο χαμηλότερο επίπεδο, τις συνδυασμένες προσπάθειες με ολομέλειες, συνέδρια και μέσω βιομηχανικών ομοσπονδιών.[31]
Το βιβλίο έτυχε τεράστιας δημοτικότητας στους αναρχικούς κύκλους. Επανεκδόθηκε και συζητήθηκε ευρέως.
Ένας από τους κύριους θεωρητικούς των βιομηχανιστών ήταν ο Diego Abad de
Santilan, ο οποίος έφτασε στην Ισπανία από την Αργεντινή και αποκήρυξε
τις απόψεις της F.O.R.A. . Η εργασία του « Ο οικονομικός οργανισμός της Επανάστασης»
αγκάλιασε την σύγχρονη βιομηχανία και έδωσε έμφαση στην αναγκαιότητα
του σχεδιασμού και του οικονομικού συντονισμού. Άσκησε κριτική στον
Kropoktin για τον οικονομικό τοπικισμό και χαρακτήρισε τις ελεύθερες
κομμούνες ως αναχρονιστικές, μια «αντιδραστική ουτοπία». Ο
Abbad de Santilian έδινε μεγάλη σημασία στον ελεύθερο πειραματισμό,
επιτρέποντας διαφορετικές πιθανές μορφές της μελλοντικής κοινωνίας. Αλλά
επί της αρχής, ευνοούσε μια άκαμπτη, συγκριτικά, συνδικαλιστική δομή
για ολόκληρη την κοινωνία, παρόμοια με τις ιδέες του Besnard[32].
Επιπλέον, όπως πολλοί από τους βιομηχανιστές, ερμήνευε τον ελευθεριακό κομμουνισμό ως μια μεταβατική κοινωνία στο δρόμο για την πλήρη αναρχία(κομμουνισμό), στο ξεκίνημα της οποίας επιτρέπονταν η απομάκρυνση από τις κομμουνιστικές αρχές της διανομής(«σύμφωνα με τις ανάγκες») .
Αυτές οι θεωρητικές και τακτικές διαφορές οδήγησαν σε διασπάσεις, με πιο σημαντική την αποχώρηση από την οργάνωση των υποστηρικτών μιας πιο ρεφορμιστικής και πραγματιστικής προσέγγισης, που διατυπώθηκε το 1931 με το «Μανιφέστο των τριάντα»(Juan Peiro, Ángel Pestaña, κ.α.).
Επιπλέον, όπως πολλοί από τους βιομηχανιστές, ερμήνευε τον ελευθεριακό κομμουνισμό ως μια μεταβατική κοινωνία στο δρόμο για την πλήρη αναρχία(κομμουνισμό), στο ξεκίνημα της οποίας επιτρέπονταν η απομάκρυνση από τις κομμουνιστικές αρχές της διανομής(«σύμφωνα με τις ανάγκες») .
Αυτές οι θεωρητικές και τακτικές διαφορές οδήγησαν σε διασπάσεις, με πιο σημαντική την αποχώρηση από την οργάνωση των υποστηρικτών μιας πιο ρεφορμιστικής και πραγματιστικής προσέγγισης, που διατυπώθηκε το 1931 με το «Μανιφέστο των τριάντα»(Juan Peiro, Ángel Pestaña, κ.α.).
Στα μέσα της δεκαετίας του 1930, έγινε ξεκάθαρο πως η Ισπανία ήταν στο
χείλος μιας κοινωνικής επανάστασης, και πως η CNT αντιμετώπιζε το
επείγον πρόβλημα της μετατροπής των γενικών θέσεων του αναρχικού
«προγράμματος» σε ένα σχέδιο για τον μετασχηματισμό της κοινωνίας στις
βάσεις του ελεύθερου κομμουνισμού. Το συνέδριο της CNT στην Σαραγόσα το
1936 ενέκρινε ένα έγγραφο, το οποίο ήταν ένα από τα πρώτα στην ιστορία,
που όριζε ένα αναρχικό πρόγραμμα συγκεκριμένων μέτρων της κοινωνικής
επανάστασης – «Η Συνομοσπονδιακή θεώρηση του Ελευθεριακού Κομμουνισμού».
Συνδύαζε τις αντιλήψεις και τις προσεγγίσεις και των δύο ρευμάτων, αλλά
εξαρτώνταν σε μεγάλο βαθμό στο σχέδιο του Puente. Ο ελευθεριακός
κομμουνισμός(η αρχή: από τον καθένα σύμφωνα με τις δυνατότητες του στον
καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του, εντός του πλαισίου των οικονομικών
δυνατοτήτων) πρέπει να εγκαθιδρυθεί χωρίς καμιά «μεταβατική περίοδο»
αμέσως μετά την νίκη της κοινωνικής επανάστασης. Στη βάση της
μελλοντικής κοινωνίας πρέπει να βρίσκεται μια δυαδική οργάνωση:
εδαφική(ελεύθερες κομμούνες και οι ομοσπονδίες τους) και
βιομηχανική(συνδικάτα ως ενώσεις παραγωγών και οικονομικά όργανα των
κομμούνων). Το πρόγραμμα ενέκρινε τον αποκεντρωμένο σχεδιασμό από τα
κάτω, στη βάση του στατιστικού υπολογισμού των αναγκών και των
παραγωγικών δυνατοτήτων. Το χρήμα θα καταργούνταν και στη θέση του θα
χρησιμοποιούνταν κάρτες για παραγωγούς-καταναλωτές -η μοναδική
λειτουργία που θα είχε αυτή η κάρτα θα ήταν να βεβαιώνει πως ο κάτοχος
της εργάζονταν. «Μόλις θα έχει τελειώσει η βίαιη φάση της
Επανάστασης, η ιδιοκτησία, το Κράτος, η αρχή της εξουσίας και ακολούθως
οι τάξεις, θα καταργηθούν … Ο πλούτος θα κοινωνικοποιηθεί, οργανώσεις
ελεύθερων παραγωγών θα αναλάβουν την απευθείας διαχείριση της παραγωγής
και τη κατανάλωσης. Μια Ελεύθερη Κομμούνα θα εγκαθιδρυθεί σε κάθε τόπο,
ξεκινώντας έτσι έναν νέο κοινωνικό μηχανισμό. Οι παραγωγοί, ενωμένοι σε
ενώσεις εργασίας σε κάθε βιομηχανία και επάγγελμα, θα καθορίζουν
ελεύθερα τη μορφή των οργανώσεων τους στους εργασιακούς χώρους.»
Προτείνονταν η ανάθεση του συντονισμού της οικονομική ς και κοινωνικής
ζωής, η άμυνα κτλ. στις κομμούνες, τα συνδικάτα και τις ομοσπονδίες
τους. Το πρόγραμμα έδινε έμφαση στην κομμουνιστική αρχή της διανομής,
στον μετασχηματισμό των σχέων μεταξύ των φύλων και στην εκπαίδευση
-ειδικά στην ελεύθερη ανάπτυξη των τεχνών και των επιστημών. Το Κράτος
και ο μόνιμος στρατός θα ισοπεδώνονταν ώστε να καταργηθούν και να
αντικατασταθούν από ομοσπονδίες των κομμούνων και εργατικές
πολιτοφυλακές.[33]
Σημειώσεις:
[26] Αυτή η θέση, με κανένα τρόπο δεν ήταν κοινή για όλα τα μέλη της CNT. Στο 3ο συνέδριο της CNT τον Ιούνιο του 1931, φούντωσε μια πικρή διαμάχη σχετικά με το σχέδιο για την ανοικοδόμηση της οργάνωσης στη βάση των βιομηχανικών συνδικάτων, όπως είχε προταθεί από την συνδικαλιστική πτέρυγα υπό την ηγεσία του Juan Peiró. Οι αναρχικοί εκφράστηκαν ανοιχτά ενάντια σε αυτό το σχέδιο. «Οι υποστηρικτές των βιομηχανικών ομοσπονδιών έχουν φτάσει σε αυτή τη θέση επειδή έχουν χάσει την πίστη στον … σκοπό, και στηρίζουν τις ελπίδες τους στην αποτελεσματικότητα των μηχανών», δήλωσε, για παράδειγμα, ο επιφανής αναρχικός José Alberola.
«Αλλά λέω πως η μηχανή δεν μπορεί να δημιουργήσει ζωτικές δυνάμεις, παρά μόνο τις εξαντλεί και, από αυτή την άποψη, δημιουργούμε μια νοοτροπία που έρχεται σε αντίθεση με οτιδήποτε απευθύνεται στην πρωτοβουλία του ατόμου … Χρειαζόμαστε ένα ιδανικό, και σε τελευταία ανάλυση η καπιταλιστική μηχανή, αργά ή γρήγορα, θα καταστρέψει το ιδανικό μας». Στο τέλος, το προσχέδιο του ψηφίσματος υιοθετήθηκε από 302.οοο ψήφους έναντι 91.000, αλλά στη πραγματικότητα δεν εφαρμόστηκε ποτέ έμπρακτα.
Βλέπε: A. Paz, σελ. 219-222(n64); J.Peirats, Les anarchistes espagnols…, σελ. 63-64(n46).
[27] V. Marquez Sicilia, “La primera piedra de la sociedad futura. La sociedad libertaria. II. Nuestras tacticas,” La Revista blanca, 1932, no. 218 (15 de junio), pp. 54, 51.
[28] J.Masgomieri,“Anarquia y comunismo libertario,” La Revista blanca,1934, no. 291, 17 de agosto, Suplemento al no. 291, pp. II-III.
[29] Βλέπε: Y.Oved,“‘Comunismo libertario’and Communalism in the Spanish Collectivization (1936-1939)” in Anarchism: Community and Utopia (Prague, 1993).
[30] Βλέπε: J. Gómez Casas, Historia de la FAI (Madrid, 2002), σελ. 180-182.
[31] I. Puente, Libertarian Communism (Sydney, 1985).
[32] Βλέπε: D. Abad de Santillan, J. Peiro, κ.α. Ökonomie und Revolution (Vienna, 1986), σελ. 103-154 (n194).
[33] “Concepto Confederal del Comunismo Libertario” στο Congresos anarcosindicalistas en España 1870-1936…, σελ. 157-175 (n46).
Για την ελληνική μετάφραση ολόκληρου του κειμένου βλέπε:
http://www.vrahokipos.net/old/theory/cnt%20libertarian%20communism.htm
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου