Γράφει ο Χάρης Παπαδόπουλος
«Η τάξη επικρατεί στο Βερολίνο. Ηλίθιοι δήμιοι! Η τάξη σας είναι χτισμένη στην άμμο! Η Επανάσταση αύριο θα υψώσει τη βροντερή της φωνή ως τους ουρανούς: Ήμουν, είμαι και θα είμαι!»
(Από το τελευταίο άρθρο της Ρόζας Λούξεμπουργκ στη «Ρότε Φάνε» («Κόκκινη Σημαία»), στις 14 Γενάρη 1919, μια μέρα πριν από τη δολοφονία της από τα Freikorps, ένοπλα αποσπάσματα των ακροδεξιών.)
«Η τάξη επικρατεί στο Βερολίνο. Ηλίθιοι δήμιοι! Η τάξη σας είναι χτισμένη στην άμμο! Η Επανάσταση αύριο θα υψώσει τη βροντερή της φωνή ως τους ουρανούς: Ήμουν, είμαι και θα είμαι!»
(Από το τελευταίο άρθρο της Ρόζας Λούξεμπουργκ στη «Ρότε Φάνε» («Κόκκινη Σημαία»), στις 14 Γενάρη 1919, μια μέρα πριν από τη δολοφονία της από τα Freikorps, ένοπλα αποσπάσματα των ακροδεξιών.)
Δεν ήταν δεδομένο πως η ανθρωπότητα έπρεπε να περάσει τη φρίκη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, με τη ναζιστική κατοχή στην Ευρώπη, με τα Άουσβιτς και τα Νταχάου και την εξόντωση 60 εκατομμυρίων ανθρώπων. Η Ιστορία μπορούσε να εξελιχθεί εντελώς διαφορετικά.
Το 1918-1923 η Γερμανία ζούσε σε υψηλό επαναστατικό πυρετό. Το καθεστώς του Κάιζερ είχε καταρρεύσει, η εργατική τάξη και οι στρατιώτες είχαν τα όπλα στα χέρια τους και ήταν οργανωμένοι σε συμβούλια εργατών και στρατιωτών σε όλη τη χώρα. Η Γερμανία, η βιομηχανική καρδιά της Ευρώπης, μπορούσε να γίνει η Κόκκινη παγκόσμια Μητρόπολη της εργατικής επανάστασης και η Ρωσία του 1917 θα ήταν απλώς ο προπομπός της.
Αυτή η προοπτική ήταν εφικτή την κρίσιμη πενταετία μέχρι το 1923. Η προλεταριακή γερμανική επανάσταση δεν κατάφερε να επικρατήσει. Το αντίτιμο ήταν η άνοδος του Χίτλερ στην εξουσία 10 χρόνια αργότερα, το 1933.
«Η επανάσταση είναι αναπόφευκτη»
Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος είχε τελειώσει όχι με κάποια διπλωματική πρωτοβουλία, αλλά με εξέγερση των ναυτών στο Κίελο στις 4 Νοέμβρη του 1918, που μεταδόθηκε σαν πυρκαγιά σε όλη τη Γερμανία. Στις 9 Νοέμβρη η επανάσταση είχε καταλύσει κάθε εξουσία στο Βερολίνο και τη χώρα.
Η μοναδική εξουσία που υπήρχε τις πρώτες μέρες της επανάστασης ήταν τα συμβούλια των εργατών και στρατιωτών. Και η μόνη τάξη που ήταν ένοπλη μαζικά ήταν η εργατική. Όμως, την κυβέρνηση της χώρας δεν τη σχημάτισαν τα εργατικά συμβούλια, αλλά τα δύο βασικά κόμματα της Αριστεράς, το Σοσιαλδημοκρατικό (SPD) και το Ανεξάρτητο Σοσιαλδημοκρατικό (USPD). Το δεύτερο συγκέντρωνε τα πιο πρωτοπόρα στοιχεία μέσα στην εργατική τάξη και τους στρατιώτες, αλλά το πρώτο ήταν το μαζικότερο εργατικό κόμμα πανεθνικά. Η επαναστατική Αριστερά της εποχής ήταν η Ένωση Σπάρτακος (Spartakusbund), με επικεφαλής τη Ρόζα Λούξεμπουργκ και τον Λήμπκνεχτ, που δρούσε ως ανεξάρτητο τμήμα μέσα στο USPD.
Η Ρόζα συγκαταλέγεται στα κορυφαία επαναστατικά μυαλά όλης της Ιστορίας. Τα βιβλία και τα άρθρα της πάνω στην Οικονομία και την πολιτική δράση παραμένουν κλασικά κείμενα απίστευτης δύναμης και ζωντάνιας. Η Ρόζα ήταν ο «αετός της επανάστασης» σύμφωνα με τον Λένιν και η συμβολή της στη μαρξιστική θεωρία υπήρξε καθοριστική. Δυστυχώς, το μέγεθος της οργάνωσης του «Σπάρτακου» ήταν αναντίστοιχα μικρό.
Πριν από τον πόλεμο όλη αυτή η Αριστερά ήταν ενωμένη στο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα. Οι Σοσιαλδημοκράτες μέχρι το 1914 είχαν φτάσει να διαθέτουν το ένα τρίτο των εδρών στο κοινοβούλιο, πανίσχυρα συνδικάτα και να αποτελούν ένα «κράτος εν κράτει» μέσα στη Γερμανία. Ανάλογη ήταν η δύναμή τους στην Αυστροουγγρική αυτοκρατορία και άλλες χώρες. Οι Σοσιαλδημοκράτες προπαγάνδιζαν το σοσιαλιστικό μέλλον της ανθρωπότητας με επαναστατική κατάληψη της εξουσίας, ήταν αντίθετοι στον πόλεμο και καλούσαν σε γενική απεργία σε περίπτωση που ξεσπάσει ο πόλεμος.
Όμως, τίποτε από όλα αυτά δεν έγινε πράξη, όταν ξέσπασε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος τον Αύγουστο του 1914. Πουθενά δεν έγινε απεργία κατά του πολέμου, παντού σχεδόν τα σοσιαλιστικά κόμματα συντάχθηκαν με τις κυβερνήσεις των χωρών τους. Έβρισκαν μάλιστα μαρξιστικοφανή επιχειρήματα για ποιο λόγο είναι καλό για την παγκόσμια σοσιαλιστική υπόθεση να κερδίσει στον πόλεμο η πατρίδα του καθενός κόμματος.
Οι σοσιαλδημοκράτες της Γερμανίας στη διάρκεια του πολέμου στήριξαν ουσιαστικά κάθε μέτρο των γερμανικών κυβερνήσεων υπέρ του πολέμου και κατά της αντιπολεμικής και διεθνιστικής διαμαρτυρίας μέσα στη χώρα. Το 1918, ελάχιστα πριν ξεσπάσει η επανάσταση, ο Έμπερτ, επικεφαλής του SPD, δήλωσε στον πρίγκιπα Μαξ, πρωθυπουργό της Γερμανίας: «Η επανάσταση είναι αναπόφευκτη! Όμως δεν πρόκειται να την αφήσω να συμβεί! Τη μισώ σαν αμαρτία!»
Τον Νοέμβρη 1918, ο πρίγκιπας παρέδωσε την πρωθυπουργία στον πιστό Έμπερτ, για να σώσει το σύστημα από την Επανάσταση.
Αυτή η προοπτική ήταν εφικτή την κρίσιμη πενταετία μέχρι το 1923. Η προλεταριακή γερμανική επανάσταση δεν κατάφερε να επικρατήσει. Το αντίτιμο ήταν η άνοδος του Χίτλερ στην εξουσία 10 χρόνια αργότερα, το 1933.
«Η επανάσταση είναι αναπόφευκτη»
Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος είχε τελειώσει όχι με κάποια διπλωματική πρωτοβουλία, αλλά με εξέγερση των ναυτών στο Κίελο στις 4 Νοέμβρη του 1918, που μεταδόθηκε σαν πυρκαγιά σε όλη τη Γερμανία. Στις 9 Νοέμβρη η επανάσταση είχε καταλύσει κάθε εξουσία στο Βερολίνο και τη χώρα.
Η μοναδική εξουσία που υπήρχε τις πρώτες μέρες της επανάστασης ήταν τα συμβούλια των εργατών και στρατιωτών. Και η μόνη τάξη που ήταν ένοπλη μαζικά ήταν η εργατική. Όμως, την κυβέρνηση της χώρας δεν τη σχημάτισαν τα εργατικά συμβούλια, αλλά τα δύο βασικά κόμματα της Αριστεράς, το Σοσιαλδημοκρατικό (SPD) και το Ανεξάρτητο Σοσιαλδημοκρατικό (USPD). Το δεύτερο συγκέντρωνε τα πιο πρωτοπόρα στοιχεία μέσα στην εργατική τάξη και τους στρατιώτες, αλλά το πρώτο ήταν το μαζικότερο εργατικό κόμμα πανεθνικά. Η επαναστατική Αριστερά της εποχής ήταν η Ένωση Σπάρτακος (Spartakusbund), με επικεφαλής τη Ρόζα Λούξεμπουργκ και τον Λήμπκνεχτ, που δρούσε ως ανεξάρτητο τμήμα μέσα στο USPD.
Η Ρόζα συγκαταλέγεται στα κορυφαία επαναστατικά μυαλά όλης της Ιστορίας. Τα βιβλία και τα άρθρα της πάνω στην Οικονομία και την πολιτική δράση παραμένουν κλασικά κείμενα απίστευτης δύναμης και ζωντάνιας. Η Ρόζα ήταν ο «αετός της επανάστασης» σύμφωνα με τον Λένιν και η συμβολή της στη μαρξιστική θεωρία υπήρξε καθοριστική. Δυστυχώς, το μέγεθος της οργάνωσης του «Σπάρτακου» ήταν αναντίστοιχα μικρό.
Πριν από τον πόλεμο όλη αυτή η Αριστερά ήταν ενωμένη στο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα. Οι Σοσιαλδημοκράτες μέχρι το 1914 είχαν φτάσει να διαθέτουν το ένα τρίτο των εδρών στο κοινοβούλιο, πανίσχυρα συνδικάτα και να αποτελούν ένα «κράτος εν κράτει» μέσα στη Γερμανία. Ανάλογη ήταν η δύναμή τους στην Αυστροουγγρική αυτοκρατορία και άλλες χώρες. Οι Σοσιαλδημοκράτες προπαγάνδιζαν το σοσιαλιστικό μέλλον της ανθρωπότητας με επαναστατική κατάληψη της εξουσίας, ήταν αντίθετοι στον πόλεμο και καλούσαν σε γενική απεργία σε περίπτωση που ξεσπάσει ο πόλεμος.
Όμως, τίποτε από όλα αυτά δεν έγινε πράξη, όταν ξέσπασε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος τον Αύγουστο του 1914. Πουθενά δεν έγινε απεργία κατά του πολέμου, παντού σχεδόν τα σοσιαλιστικά κόμματα συντάχθηκαν με τις κυβερνήσεις των χωρών τους. Έβρισκαν μάλιστα μαρξιστικοφανή επιχειρήματα για ποιο λόγο είναι καλό για την παγκόσμια σοσιαλιστική υπόθεση να κερδίσει στον πόλεμο η πατρίδα του καθενός κόμματος.
Οι σοσιαλδημοκράτες της Γερμανίας στη διάρκεια του πολέμου στήριξαν ουσιαστικά κάθε μέτρο των γερμανικών κυβερνήσεων υπέρ του πολέμου και κατά της αντιπολεμικής και διεθνιστικής διαμαρτυρίας μέσα στη χώρα. Το 1918, ελάχιστα πριν ξεσπάσει η επανάσταση, ο Έμπερτ, επικεφαλής του SPD, δήλωσε στον πρίγκιπα Μαξ, πρωθυπουργό της Γερμανίας: «Η επανάσταση είναι αναπόφευκτη! Όμως δεν πρόκειται να την αφήσω να συμβεί! Τη μισώ σαν αμαρτία!»
Τον Νοέμβρη 1918, ο πρίγκιπας παρέδωσε την πρωθυπουργία στον πιστό Έμπερτ, για να σώσει το σύστημα από την Επανάσταση.
Ένοπλοι Σπαρτακιστές στο Βερολίνο
«Ο εχθρός είναι στην ίδια μας τη χώρα»
Ένα μεγάλο μέρος του στελεχικού δυναμικού του SPD αποχώρησε το 1917, ιδρύοντας το Ανεξάρτητο Σοσιαλδημοκρατικό (USPD). Ήταν ένα κόμμα αρκετά μαζικό, με ενστάσεις απέναντι στη συμμετοχή στον πόλεμο –αλλά χωρίς να οργανώνει καμπάνια κατά του πολέμου.
Οι κοινοβουλευτικοί ρήτορες και των δύο κομμάτων δεν τόλμησαν ποτέ να αντιταχθούν στα νομοσχέδια που οργάνωναν τη συμμετοχή της Γερμανίας στο παγκόσμιο σφαγείο του πολέμου.
Με εξαίρεση έναν, τον Καρλ Λήμπκνεχτ, που τόλμησε από την αρχή να μην ψηφίσει τις πολεμικές πιστώσεις. Για τη στάση του αυτή ο Λήμπκνεχτ θα εκσστρατευτεί, αν και βουλευτής, σε τάγμα εργασίας: δεν του εμπιστεύονταν όπλο. Λίγες βδομάδες μετά την ψήφο του, ο Λήμπκνεχτ θα οργανωθεί στην «Ένωση Σπάρτακος».
Η ομάδα αυτή οργανώθηκε από τα πιο αριστερά στελέχη του SPD, γύρω από τη Ρόζα Λούξεμπουργκ, που ήταν αποφασισμένα «να πολεμήσουν κατά του πολέμου».
Την Πρωτομαγιά του 1916 στο Βερολίνο, ο «Σπάρτακος» κατάφερε να συγκεντρώσει 10.000 εργάτες σε συλλαλητήριο ενάντια στον πόλεμο. Ομιλητής ήταν ο Λήμπνεχτ που, φορώντας τη στρατιωτική του στολή, πρόλαβε να πει μόνο μια φράση, «Κάτω ο πόλεμος. Κάτω η κυβέρνηση. Ο εχθρός είναι στην ίδια μας τη χώρα», πριν τον αρπάξει η αστυνομία, που διέλυσε με μανία τους διαδηλωτές. Λίγο μετά ο Λήμπνεχτ μπροστά στους στρατοδίκες δήλωνε: «Κανείς στρατηγός δεν ήταν ποτέ τόσο περήφανος για τη στολή του, όσο εγώ με αυτά τα ρούχα του κατάδικου».
Μέχρι να απελευθερωθούν από την επανάσταση το Νοέμβρη 1918, οι κυριότεροι ηγέτες του «Σπάρτακου» ήταν φυλακισμένοι.
«Ο εχθρός είναι στην ίδια μας τη χώρα»
Ένα μεγάλο μέρος του στελεχικού δυναμικού του SPD αποχώρησε το 1917, ιδρύοντας το Ανεξάρτητο Σοσιαλδημοκρατικό (USPD). Ήταν ένα κόμμα αρκετά μαζικό, με ενστάσεις απέναντι στη συμμετοχή στον πόλεμο –αλλά χωρίς να οργανώνει καμπάνια κατά του πολέμου.
Οι κοινοβουλευτικοί ρήτορες και των δύο κομμάτων δεν τόλμησαν ποτέ να αντιταχθούν στα νομοσχέδια που οργάνωναν τη συμμετοχή της Γερμανίας στο παγκόσμιο σφαγείο του πολέμου.
Με εξαίρεση έναν, τον Καρλ Λήμπκνεχτ, που τόλμησε από την αρχή να μην ψηφίσει τις πολεμικές πιστώσεις. Για τη στάση του αυτή ο Λήμπκνεχτ θα εκσστρατευτεί, αν και βουλευτής, σε τάγμα εργασίας: δεν του εμπιστεύονταν όπλο. Λίγες βδομάδες μετά την ψήφο του, ο Λήμπκνεχτ θα οργανωθεί στην «Ένωση Σπάρτακος».
Η ομάδα αυτή οργανώθηκε από τα πιο αριστερά στελέχη του SPD, γύρω από τη Ρόζα Λούξεμπουργκ, που ήταν αποφασισμένα «να πολεμήσουν κατά του πολέμου».
Την Πρωτομαγιά του 1916 στο Βερολίνο, ο «Σπάρτακος» κατάφερε να συγκεντρώσει 10.000 εργάτες σε συλλαλητήριο ενάντια στον πόλεμο. Ομιλητής ήταν ο Λήμπνεχτ που, φορώντας τη στρατιωτική του στολή, πρόλαβε να πει μόνο μια φράση, «Κάτω ο πόλεμος. Κάτω η κυβέρνηση. Ο εχθρός είναι στην ίδια μας τη χώρα», πριν τον αρπάξει η αστυνομία, που διέλυσε με μανία τους διαδηλωτές. Λίγο μετά ο Λήμπνεχτ μπροστά στους στρατοδίκες δήλωνε: «Κανείς στρατηγός δεν ήταν ποτέ τόσο περήφανος για τη στολή του, όσο εγώ με αυτά τα ρούχα του κατάδικου».
Μέχρι να απελευθερωθούν από την επανάσταση το Νοέμβρη 1918, οι κυριότεροι ηγέτες του «Σπάρτακου» ήταν φυλακισμένοι.
Σπαρτακιστές με την κόκκινη σημαία στο Βερολίνο
«Κάποιος πρέπει να κάνει το κυνηγόσκυλο»
Οι υπουργοί της νέας κυβέρνησης, με επικεφαλής τον Έμπερτ, ονομάστηκαν «επίτροποι του λαού», όπως ακριβώς και στη Ρωσία η κυβέρνηση των μπολσεβίκων.
Μα οι επίτροποι του Έμπερτ δεν είχαν σκοπό να βασιστούν στη δύναμη και την αυτενέργεια των γερμανικών σοβιέτ. Αντίθετα, στηρίχτηκαν στο κατακάθι της γερμανικής κοινωνίας για να αντιμετωπίσουν την επανάσταση, στα «Ελεύθερα Σώματα» (Freikorps). Τα αποτελούσαν εθελοντές στρατιώτες αποφασισμένοι για κάθε έγκλημα προκειμένου να συντρίψουν την Αριστερά και τις εργατικές ενώσεις. Τα Freikorps πρωτοχρησιμοποίησαν τη σβάστικα ως σύμβολό τους και αρκετοί από τα εγκληματικά στοιχεία που συσπείρωσαν, αποτέλεσαν αργότερα τη ραχοκοκαλιά του ναζιστικού κόμματος.
Έτσι, συνέβη το παράδοξο, η κυβέρνηση Έμπερτ να χαίρει της εμπιστοσύνης της μεγάλης πλειοψηφίας της εργατικής τάξης. Όμως αυτή η τάξη ήταν οπλισμένη και ακριβώς τον αφοπλισμό και την υποταγή της προσπαθούσε να πετύχει η κυβέρνηση. Κι ακόμα την εξόντωση του «Σπάρτακου», που απειλούσε να συσπειρώσει γύρω του τους εργάτες όσο είχαν ακόμη όπλα και οργάνωση. Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση έπρεπε να οργανώσει άμεσα μια αιματηρή προβοκάτσια για να αποκεφαλίσει τον «Σπάρτακο».
Το Γενάρη του 1919, η κυβέρνηση απάλλαξε από τα καθήκοντά της τον Άιχορν, διοικητή της Αστυνομίας του Βερολίνου. Ο Άιχορν ήταν αριστερός, μέλος των Ανεξάρτητων Σοσιαλδημοκρατών, που τοποθετήθηκε στο πόστο του από τα εργατικά συμβούλια του Βερολίνου και δήλωσε πως μόνο αυτά μπορούν να τον καθαιρέσουν. Η κυβέρνηση εύκολα μπορούσε να πετύχει μια τέτοια απόφαση από τα συμβούλια της πόλης. Αλλά επέλεξε την πυγμή. Οι διαδηλώσεις υπέρ του Άιχορν μεταβλήθηκαν σε συμβολικές καταλήψεις κατά της κυβέρνησης και τελικά σε οδομαχίες με τα Freikorps. Πάνω από 150 επαναστάτες έχασαν τη ζωή τους τις μέρες του Γενάρη 1919 στο Βερολίνο. Κι ανάμεσά τους ο Λήμπκνεχτ και η Ρόζα Λούξεμπουργκ. Η γερμανική επαναστατική Αριστερά έμεινε ακέφαλη την ώρα που χρειαζόταν περισσότερο μια επαναστατική ηγεσία.
Η περίφημη «εξέγερση του Σπάρτακου» στη Γερμανία δεν οργανώθηκε από τον «Σπάρτακο». Ο «Σπάρτακος» προς τιμή του δεν εγκατέλειψε τους χιλιάδες αγωνιστές που υπεράσπιζαν στον δρόμο τη θέση του Άιχορν, μια θέση που είχε κατακτήσει η επανάσταση. Η μόνη ευθύνη του «Σπάρτακου» είναι που δεν μπόρεσε να πείσει τους πιο ανυπόμονους μαχητές του προλεταριάτου, να κρατήσει τον αμυντικό χαρακτήρα της σύγκρουσης και, στην ανάγκη, να υποχωρήσει συντεταγμένα περιορίζοντας τις απώλειες.
Τέτοιες υποχωρήσεις ήταν σε θέση να κάνουν οι μπολσεβίκοι στη Ρωσία, που είχαν σφυρηλατήσει από πριν ένα πραγματικό κόμμα και μπορούσαν να αντιμετωπίσουν ήττες χωρίς να υποστούν πανωλεθρίες.
Αλλά η σφυρηλάτηση του κόμματος είχε καθυστερήσει δραματικά στη Γερμανία και το κενό δεν μπορούσε να αναπληρωθεί τις μέρες των οδομαχιών. Αυτό το μάθημα της Ιστορίας πληρώθηκε με το πιο βαρύ τίμημα.
«Κάποιος πρέπει να κάνει το κυνηγόσκυλο»
Οι υπουργοί της νέας κυβέρνησης, με επικεφαλής τον Έμπερτ, ονομάστηκαν «επίτροποι του λαού», όπως ακριβώς και στη Ρωσία η κυβέρνηση των μπολσεβίκων.
Μα οι επίτροποι του Έμπερτ δεν είχαν σκοπό να βασιστούν στη δύναμη και την αυτενέργεια των γερμανικών σοβιέτ. Αντίθετα, στηρίχτηκαν στο κατακάθι της γερμανικής κοινωνίας για να αντιμετωπίσουν την επανάσταση, στα «Ελεύθερα Σώματα» (Freikorps). Τα αποτελούσαν εθελοντές στρατιώτες αποφασισμένοι για κάθε έγκλημα προκειμένου να συντρίψουν την Αριστερά και τις εργατικές ενώσεις. Τα Freikorps πρωτοχρησιμοποίησαν τη σβάστικα ως σύμβολό τους και αρκετοί από τα εγκληματικά στοιχεία που συσπείρωσαν, αποτέλεσαν αργότερα τη ραχοκοκαλιά του ναζιστικού κόμματος.
Έτσι, συνέβη το παράδοξο, η κυβέρνηση Έμπερτ να χαίρει της εμπιστοσύνης της μεγάλης πλειοψηφίας της εργατικής τάξης. Όμως αυτή η τάξη ήταν οπλισμένη και ακριβώς τον αφοπλισμό και την υποταγή της προσπαθούσε να πετύχει η κυβέρνηση. Κι ακόμα την εξόντωση του «Σπάρτακου», που απειλούσε να συσπειρώσει γύρω του τους εργάτες όσο είχαν ακόμη όπλα και οργάνωση. Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση έπρεπε να οργανώσει άμεσα μια αιματηρή προβοκάτσια για να αποκεφαλίσει τον «Σπάρτακο».
Το Γενάρη του 1919, η κυβέρνηση απάλλαξε από τα καθήκοντά της τον Άιχορν, διοικητή της Αστυνομίας του Βερολίνου. Ο Άιχορν ήταν αριστερός, μέλος των Ανεξάρτητων Σοσιαλδημοκρατών, που τοποθετήθηκε στο πόστο του από τα εργατικά συμβούλια του Βερολίνου και δήλωσε πως μόνο αυτά μπορούν να τον καθαιρέσουν. Η κυβέρνηση εύκολα μπορούσε να πετύχει μια τέτοια απόφαση από τα συμβούλια της πόλης. Αλλά επέλεξε την πυγμή. Οι διαδηλώσεις υπέρ του Άιχορν μεταβλήθηκαν σε συμβολικές καταλήψεις κατά της κυβέρνησης και τελικά σε οδομαχίες με τα Freikorps. Πάνω από 150 επαναστάτες έχασαν τη ζωή τους τις μέρες του Γενάρη 1919 στο Βερολίνο. Κι ανάμεσά τους ο Λήμπκνεχτ και η Ρόζα Λούξεμπουργκ. Η γερμανική επαναστατική Αριστερά έμεινε ακέφαλη την ώρα που χρειαζόταν περισσότερο μια επαναστατική ηγεσία.
Η περίφημη «εξέγερση του Σπάρτακου» στη Γερμανία δεν οργανώθηκε από τον «Σπάρτακο». Ο «Σπάρτακος» προς τιμή του δεν εγκατέλειψε τους χιλιάδες αγωνιστές που υπεράσπιζαν στον δρόμο τη θέση του Άιχορν, μια θέση που είχε κατακτήσει η επανάσταση. Η μόνη ευθύνη του «Σπάρτακου» είναι που δεν μπόρεσε να πείσει τους πιο ανυπόμονους μαχητές του προλεταριάτου, να κρατήσει τον αμυντικό χαρακτήρα της σύγκρουσης και, στην ανάγκη, να υποχωρήσει συντεταγμένα περιορίζοντας τις απώλειες.
Τέτοιες υποχωρήσεις ήταν σε θέση να κάνουν οι μπολσεβίκοι στη Ρωσία, που είχαν σφυρηλατήσει από πριν ένα πραγματικό κόμμα και μπορούσαν να αντιμετωπίσουν ήττες χωρίς να υποστούν πανωλεθρίες.
Αλλά η σφυρηλάτηση του κόμματος είχε καθυστερήσει δραματικά στη Γερμανία και το κενό δεν μπορούσε να αναπληρωθεί τις μέρες των οδομαχιών. Αυτό το μάθημα της Ιστορίας πληρώθηκε με το πιο βαρύ τίμημα.
(Το άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Εργατική Αριστερά» στις 10 Γενάρη 2018)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου