ΜΕΡΟΣ Α’
Από την Εργατική Πάλη Απριλίου
–
Ας
τρέμει η κυριάρχη τάξη από την κομμουνιστική επανάσταση. Οι προλετάριοι
δεν έχουν να χάσουν τίποτα εκτός από τις αλυσίδες τους. Aλλά θα κερδίσουν όλο τον κόσμο. Προλετάριοι όλων των χωρών, ενωθείτε!
– Κομμουνιστικό Μανιφέστο
Διακόσια
χρόνια συμπληρώνονται φέτος από τη γέννηση μίας από τις μεγαλύτερες
φυσιογνωμίες που γνώρισε η ανθρωπότητα, του «πατέρα» όλων των
επαναστατων κομμουνιστών, σπουδαίου φιλόσοφου, κοινωνιολόγου, ιστορικού,
οικονομολόγου: του Καρλ Μαρξ.
Η Ζωή του
Ο Καρλ
Μαρξ γεννήθηκε στις 5 Μάη 1818 (νέο ημερολόγιο) στην πόλη Τριρ
(παραρήνια Πρωσία). Ο πατέρας του ήταν διακεκριμένος δικηγόρος, Εβραίος,
ο οποίος το 1824 ασπάστηκε τον προτεσταντισμό. Η οικογένεια του ήταν
εύπορη, καλλιεργημένη, όχι όμως επαναστατική. Αφού τέλειωσε το γυμνάσιο
του Τριρ, ο Μαρξ πήγε στο Πανεπιστήμιο, πρώτα στη Βόννη και μετά στο
Βερολίνο, και σπούδασε νομικά, ιστορία και φιλοσοφία. Τέλειωσε το
Πανεπιστήμιο το 1841 με μια διδακτορική διατριβή για τη φιλοσοφία του
αρχαίου Έλληνα Επίκουρου. Όσο για τις αντιλήψεις του, ο Μαρξ εκείνη την
εποχή ήταν ακόμη χεγκελιανός ιδεαλιστής. Στο Βερολίνο ανήκε στον κύκλο
των αριστερών χεγκελιανών1 (Μπρούνο Μπάουερ, Μαξ Στίρνερ κ.ά.).
Όταν
τέλειωσε το Πανεπιστήμιο, ο Μαρξ εγκαταστάθηκε στη Βόννη, με σκοπό να
γίνει καθηγητής του Πανεπιστημίου. Η αντιδραστική όμως πολιτική της
κυβέρνησης, που το 1832 αφαίρεσε την έδρα από τον Λουδοβίκο Φόιερμπαχ
και το 1836 αρνήθηκε να τον επαναφέρει στο Πανεπιστήμιο, ενώ το 1841
απαγόρευσε στο νεαρό καθηγητή Μπρούνο Μπάουερ να διδάσκει στη Βόννη,
ανάγκασε τον Μαρξ να εγκαταλείψει τη σταδιοδρομία του καθηγητή. Η
εξέλιξη των ιδεών του αριστερού χεγκελιανισμού έκανε εκείνο τον καιρό
πολύ γρήγορα βήματα στη Γερμανία. Οι ριζοσπάστες αστοί της Ρηνανίας, που
είχαν σημεία επαφής με τους αριστερούς χεγκελιανούς, ίδρυσαν στην
Κολωνία μια αντιπολιτευόμενη εφημερίδα: την «Εφημερίδα του Ρήνου»
(άρχισε να κυκλοφορεί στις 1 Γενάρη 1842). Ο Μαρξ και ο Μπρούνο Μπάουερ
έγιναν οι κυριότεροι συνεργάτες της. Τον Οκτώβρη του 1842 ο Μαρξ ανέλαβε
διευθυντής της εφημερίδας και μετακόμισε από τη Βόννη στην Κολωνία.
Εκεί πραγματοποιήθηκε η πρώτη επαφή του νεαρού Μαρξ με την προλεταριακή
κατάσταση και τη φτώχεια των εργατών. Τελικά η κυβέρνηση απαγόρευσε την
έκδοση της εφημερίδας, βλέποντας την ολοένα και πιο επαναστατική
κατεύθυνση που λάμβανε. Τότε ο Μαρξ ξεκίνησε να καταπιάνεται πιο
συστηματικά με τη μελέτη της πολιτικής οικονομίας.
Το 1843
παντρεύτηκε στο Κρόιτσναχ την Τζένη φον Βεστφάλεν, παιδική του φίλη, την
οποία είχε αρραβωνιαστεί όταν ήταν ακόμη φοιτητής. Η γυναίκα του
προερχόταν από μια αντιδραστική αριστοκρατική οικογένεια της Πρωσίας. Το
φθινόπωρο του 1843 ο Μαρξ πήγε στο Παρίσι για να εκδόσει στο εξωτερικό
ένα ριζοσπαστικό περιοδικό μαζί με τον Άρνολντ Ρούγκε.2 Βγήκε
μόνο το πρώτο τεύχος αυτού του περιοδικού, με τίτλο «Γερμανο-Γαλλικά
Χρονικά». Το περιοδικό έπαψε να βγαίνει λόγω των δυσκολιών που
παρουσίαζε η παράνομη κυκλοφορία του στη Γερμανία και λόγω διαφωνιών με
τον Ρούγκε. Το Σεπτέμβρη του 1844 βρίσκονταν στο Παρίσι για μερικές
μέρες ο Φρίντριχ Ένγκελς, που έγινε από τότε ο πιο στενός φίλος του Μαρξ
και συνοδοιπόρος στη ζωή μέχρι το θάνατό του. Μαζί πήραν πολύ ενεργά
μέρος στις επαναστατικές ομάδες του Παρισιού, που βρίσκονταν σε
αναβρασμό. Το 1845 ο Μαρξ απελάθηκε από το Παρίσι ως επικίνδυνος
επαναστάτης και πήγε στις Βρυξέλλες. Την άνοιξη του 1847 ο Μαρξ και ο
Ένγκελς μετασχηματίζουν την Ένωση των Δικαίων σε Ένωση των Κομμουνιστών,
επιβάλλοντας τις αρχές του επιστημονικού σοσιαλισμού ενάντια στον
μικροαστικό ριζοσπαστισμό των υπόλοιπων ομάδων (Βάιτλινγκ κ.ά.), και με
εντολή του συνεδρίου συνέταξαν το περίφημο Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος (γνωστό και ως Κομμουνιστικό Μανιφέστο) που δημοσιεύτηκε το Φλεβάρη του 1848.
Όταν
ξέσπασε η επανάσταση του Φλεβάρη του 1848, ο Μαρξ απελάθηκε από το
Βέλγιο, επέστρεψε στο Παρίσι κι από κει, υστέρα από την επανάσταση του
Μάρτη, πήγε στη Γερμανία και συγκεκριμένα στην Κολωνία. Εκεί
κυκλοφόρησε, με διευθυντή τον Μαρξ, από την 1/6/1848 ως τις 19/5/1849, η
«Νέα Εφημερίδα του Ρήνου». Η αντεπανάσταση, που επικράτησε μετά τη
διετία των επαναστατικών γεγονότων 1848-1849, στην αρχή παρέπεμψε τον
Μαρξ σε δίκη (όπου αθωώθηκε) και έπειτα τον απέλασε από τη Γερμανία (16
Μάη 1849). Στην συνέχεια πήγε στο Παρίσι, απελάθηκε και από εκεί υστέρα
από τη διαδήλωση της 13/6/1849 πήγε στο Λονδίνο, όπου έμεινε ως το τέλος
της ζωής του.
Οι
συνθήκες της ζωής του Μαρξ ήταν εξαιρετικά δύσκολες. Η ανέχεια έπνιγε
τον ίδιο και την οικογένειά του. Δύο από τα πέντε παιδιά του πέθαναν
εκείνη την περίοδο. Αν δεν υπήρχε η αδιάκοπη και γεμάτη αυταπάρνηση
οικονομική ενίσχυση του Ένγκελς, ο Μαρξ όχι μόνο δεν θα μπορούσε
ολοκληρώσει πολλά απ’ τα κολοσσιαία έργα του (π.χ. Το Κεφάλαιο),
αλλά θα χανόταν αναπόφευκτα από τη φτώχεια και τις στερήσεις. Εκτός απ’
αυτό, οι θεωρίες και τα ρεύματα του μικροαστικού και γενικότερα του μη
προλεταριακού σοσιαλισμού που κυριαρχούσαν τότε, ανάγκαζαν τον Μαρξ να
διεξάγει συνεχώς αμείλικτο αγώνα και κάποτε να αποκρούει τις πιο
λυσσαλέες και άγριες προσωπικές επιθέσεις.
Στις 28/9/1864 ιδρύθηκε στο Λονδίνο η η Διεθνής Ένωση των Εργατών, που θα έμενε στην ιστορία με το όνομα Πρώτη Διεθνής.
Ο Μαρξ ήταν η ψυχή αυτής της οργάνωσης και από τους κύριους οργανωτές
της. Ήταν εκείνος που έγραψε την πρώτη διακήρυξή της και μια σειρά
αποφάσεων και ντοκουμέντων. Με την ίδρυση της Διεθνούς, ο Μαρξ συνέωνσε
το εργατικό κίνημα διάφορων χωρών και σφυρηλάτησε μια ενιαία τακτική της
προλεταριακής πάλης. Η ένωση διασπάστηκε απο τους οπαδούς του αναρχικού
Μιχαήλ Μπακούνιν το 1860.
Η εξέγερση
της Παρισινής Κομμούνας το 1871 και η ήττα της, ήταν η σημαντικότερη
πολιτική εμπειρία στη ζωή τωνΜαρξ και Ένγκελς, συμβάλλοντας στην
αποσαφήνιση της αντίληψής τους τόσο για το αστικό κράτος, όσο και για
την δικτατορία του προλεταριάτου. Η εντατική δράση τους στη Διεθνή και η
ακόμη πιο εντατική συγγραφική απασχόληση του Μαρξ υπονόμευσαν οριστικά
την υγεία του. Συνέχισε το ξαναδούλεμα της πολιτικής οικονομίας και την
αποπεράτωση του Κεφαλαίου, συγκεντρώνοντας ένα σωρό καινούργιο υλικό και μελετώντας μια σειρά γλώσσες, αλλά δεν πρόλαβε να το ολοκληρώσει.
Στις 2
Δεκέμβρη 1881 πέθανε η γυναίκα του. Στις 14 Μάρτη 1883, ο Μαρξ
αποκοιμήθηκε για πάντα στην πολυθρόνα του. Τον έθαψαν δίπλα στη γυναίκα
του, στο νεκροταφείο του Χάιγκεϊτ του Λονδίνου. Το πλούσιο και
πολύπλευρο έργο του αποτελείται, μεταξύ άλλων, από τα εξής: Κριτική της
Θεωρίας του Κράτους του Χέγκελ (1843), Οικονομικά και Φιλοσοφικά
Χειρόγραφα (1844), Θέσεις για τον Φόυερμπαχ (1845), Η Γερμανική
Ιδεολογία (1845-46, μαζί με τον Ένγκελς), Η Αθλιότητα της Φιλοσοφίας
(1846-47), Το Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος (1847-48, μαζί με
τον Ένγκελς), Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη (1852), Εισαγωγή
στην Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας (1857-58), Κριτική της Πολιτικής
Οικονομίας (1859), Το Κεφάλαιο, α΄ τόμος (1867), Η Κομμούνα του Παρισιού
(1871, μαζί με τον Ένγκελς), Κριτική του Προγράμματος της Γκότα (1875),
Το Κεφάλαιο, β΄ τόμος (1885), Το Κεφάλαιο, γ΄ τόμος (1894).
Η θέση του Μαρξ στην Ιστορία
Προσπαθώντας
να κατανοήσουμε τον Μαρξισμό και άρα τη συμβολή του ίδιου του Μαρξ στην
εξέλιξη της κατανόησης της ιστορίας της ανθρωπότητας, πρέπει να τον
τοποθετήσουμε στο δικό του ιστορικό πλαίσιο, να καταλάβουμε μέσα σε
ποιες συνθήκες γεννήθηκε και αναπτύχθηκε, και να εξηγήσουμε την εμφάνιση
και την εξέλιξη των ιδεών του από την αλληλεπίδραση των κοινωνικών
δυνάμεων στην εποχή του. Να εφαρμόσουμε δηλαδή την υλιστική ερμηνεία της
ιστορίας, που μας την δίδαξε ο Μαρξ, στον ίδιο τον Μαρξισμό.
Ο Μαρξισμός ήταν προϊόν της εποχής του: Της
εμφάνισης των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής σε συγκεκριμένες
περιοχές της Ευρώπης, της εμφάνισης της αστικής κοινωνίας και της
ωρίμανσης όλων των αντιθέσεών της, αποτέλεσμα και της εμφάνισης του
προλεταριάτου, της νέας κοινωνικής τάξης που βασίζονταν στην μισθωτή
εργασία. Με άλλα λόγια το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο γεννιέται,
είναι ο νέος κοινωνικός ανταγωνισμός που έφερε ο καπιταλιστικός τρόπος
παραγωγής: Κεφάλαιο εναντίον Εργασίας.
Ο
Μαρξισμός ήρθε μέσα από τον επαναστατικό μετασχηματισμό της αγγλικής
πολιτικής οικονομίας, της γερμανικής φιλοσοφίας και της γαλλικής
ιστοριογραφίας, της συνένωσης των αγώνων της εργατικής τάξης με το
πολιτικό κίνημα απελευθέρωσης των επαναστατικών οργανώσεων που
δημιουργήθηκαν κυρίως από την άκρα αριστερά της γαλλικής επανάστασης και
τον προμαρξιστικό σοσιαλισμό (ουτοπικοί σοσιαλιστές κ.ά.). Συνδέει
αυτές τις κοινωνικές επιστήμες με το σχέδιο για την απελευθέρωση της
ανθρώποτητας, που συνδέεται με τη σειρά του άρρηκτα με το σχέδιο για την
απελευθέρωση και χειραφέτηση του προλεταριάτου, δηλαδή με την ικανότητα
επαναστατικής οργάνωσης και δράσης του.
Ο Μαρξ
βασίστηκε σ’ ένα τεράστιο σώμα γνώσης και άφθονα εμπειρικά δεδομένα,
αφομοιώνοντας και απορρίπτοντας στοιχεία, δοκιμάζοντάς τα πάντα μέσα
στην ζωή και μέσα στην ταξική πάλη. Μ’ αυτήν την έννοια, τα έργα του
Μαρξ μπορούν να εξελίσσονται από τους μεταγενέστερους, δεν πηγάζουν από
καμία προκατάληψη, παρά μόνο από την αναγνώριση οτι «ο άνθρωπος είναι ο
τελικός στόχος του ανθρώπου, τό μόνο μέτρο κάθε ανθρώπινης δράσης».3
Ο Μαρξισμός δεν πιστεύει σε μία έμφυτη γνώση, αλλά μόνο στην
πραγματικότητα που μονίμως αλλάζει. Προφανώς όμως ο ίδιος δεν ήταν ούτε
αυθόρμητο, ούτε αυτόματο προϊόν.
Ο Καρλ
Μαρξ μπόρεσε να παίξει τον ρόλο που έπαιξε, επειδή η σκέψη του και η
δραστηριότητά του ανταποκρίνονταν στην ανάγκη που ένιωθαν πολλοί
άνθρωποι, προλετάριοι και κομμουνιστές της εποχής του. Καθοριστικοί
παράγοντες στην διαμόρφωση και την εξέλιξη της πολιτικής του σκέψης
ήταν: α) η επαφή με την φτώχεια των εργατών και τις άθλιες συνθήκες διαβίωσής τους κυρίως μετά το 1842, β)
η επαφή με την αντίσταση, την οργάνωση και τους αγώνες του
προλεταριάτου την περίοδο 1844-1847 (με εργατικές οργανώσεις στο Παρίσι
κατά τη διάρκεια της εξορίας του, με τους εργάτες της Ένωσης των
Δικαίων), γ) η εμπειρία της επανάστασης 1848-1850, στην οποία είχε προσωπική συμμετοχή, δ) η εμπειρία μίας πραγματικής προλεταριακής επαναστατικής οργάνωσης, της Ένωσης Κομμμουνιστών, ε) η ίδρυση της Πρώτης Διεθνούς, στ) η επαφή του με τις νέες επιστημονικές ανακαλύψεις των δεκαετιών του 1860 και 1870, κυρίως μέσω του Δαρβίνου και ζ) η εμπειρία της Παρισινής Κομμούνας.
Το κύριο
κίνητρο όμως για τον Μαρξ (και τον Ένγκελς φυσικά), ο στόχος που έθεσε
στον εαυτό του και στον οποίο παρέμεινε πιστός σε όλη του τη ζωή, ήταν η
πάλη ενάντια σε όλους τους θεσμούς της ταξικής κοινωνίας που κάνουν
τους ανθρώπους δυστυχισμένους, αλλοτριωμένους, καταπιεσμένους,
εκμεταλλευόμενους και πνευματικά ακρωτηριασμένους. Η σφοδρή και ανελέητη
σύγκρουση με θεωρίες που παρουσιάζουν τον άνθρωπο ως αδύναμο και μίζερο
ον, ανίκανο να επηρεάσει τις εξελίξεις της ζωής του, αλλά πάντα
καταδικασμένο να σέρνεται πίσω από τις ορέξεις και τα θελήματα ενός
θεού, βασιλιά, αυτόκρατορα, ή αστού. Από εκεί άλλωστε πηγάζει και η
εμπιστοσύνη του στην εργατική τάξη, καθώς αναγνώρισε σε αυτήν το
ιστορικό υποκείμενο που θα απελευθερώσει την ανθρωπότητα από τα δεσμά
της ταξικής κοινωνίας.
Δεν
υπάρχει αμφιβολία όμως ότι ο Μαρξ, όντας προϊόν της εποχής του, δεν θα
ήταν εφικτό να ανυψωθεί πάνω από όλους τους περιορισμούς που έβαζε
εκείνη. Δεν ήταν αλάθητος, δεν μπορούσε να εξηγήσει ή να προβλέψει τα
πάντα. Αυτό όμως που ήταν αδιαμφισβήτητα σωστό και που επιβεβαιώνεται
από την ίδια την ιστορία, είναι η μέθοδος που επεργάστηκε και
χρησιμοποίησε, που ακόμη και 200 χρόνια μετά τη γέννησή του μπορεί να
ερμηνεύσει θαυμάσια όλα τα φαινόμενα του 21ου αιώνα: τον παροξυσμό της
καπιταλιστικής κρίσης, την πολιτική κρίση, τις χαώδεις κοινωνικές
ανισότητες, τους πολέμους, την κατάσταση του σύγχρονου προλεταριάτου
κ.ά.
Η
προσωπική συνεισφορά του Καρλ Μαρξ στην απελευθέρωση του προλεταριάτου
και της ανθρωπότητας, μαζί με αυτή του Ένγκελς τοποθετούνται στην κορυφή των ανθρώπινων επιτευγμάτων, επηρεάζοντας την πορεία της ανθρωπότητας μετά τον 19ο αιώνα.
–
- Η ερμηνεία της περίφημης φόρμουλα της φιλοσοφίας του Χέγκελ «ό,τι είναι πραγατικό είναι λογικό, ό,τι είναι λογικό είναι πραγματικό», γέννησε δύο κατευθύνσεις σκέψης. Τους Παλαιο-Χεγκελιανούς, συντηρητικούς φιλόσοφους υπέρ της πρώσικης μοναρχίας, της θρησκείας, του κράτους, και τους Νέο-Χεγκελιανούς (ή αριστερούς χεγκελιανούς) που ήταν ριζοσπάστες, επαναστάτες, άθεοι φίλόσοφοι.
- Άρνολντ Ρούγκε (1802-1880): Αριστερός χεγκελιανός. Το 1825-1830 ήταν φυλακή, υστέρα από το 1848 εκπατρισμένος· το 1866-1870 οπαδός του Βίσμαρκ.
- Ερνέστ Μαντέλ, Η θέση του Μαρξισμού στην Ιστορία, Εργατική Πάλη.
–
Μέρος Β’
200 χρόνια Καρλ Μαρξ: Η διδασκαλία του
–Από την Εργατική Πάλη ΜαΐουΣτο δεύτερο μέρος του άρθρου-αφιέρωμα στα 200 χρόνια από τη γέννηση του Καρλ Μαρξ θα προσπαθήσουμε να παραθέσουμε συνοπτικά πως ο Μαρξισμός μετασχημάτισε την γερμανική κλασσική φιλοσοφία, την γαλλική ιστοριογραφία και την αγγλική πολιτική οικονομία, φέρνοντας μία τεράστια ώθηση στις κοινωνικές επιστήμες και υποτάσσοντάς τες κάτω από τον σκοπό της απελευθέρωσης του προλεταριάτου.
Ο μετασχηματισμός της γερμανικής κλασσικής φιλοσοφίας
Οι ρίζες
της διαλεκτικής είναι πολύ παλιές. Υπάρχει, ως αναζήτηση της σκέψης, εδώ
και χιλιάδες χρόνια στα έργα Ελλήνων φιλοσόφων, όπως ήταν ο Ηράκλειτος
(«τα πάντα ρει»), αλλά και Κινέζων στοχαστών. Ο γερμανός στοχαστής
Χέγκελ όμως ήταν εκείνος που την έσπρωξε στο αποκορύφωμά της,
ενσαρκώνοντας στο πρόσωπό του την Γερμανική κλασσική φιλοσοφία.
Η πιο βασική πρόοδος που φέρνει η διαλεκτική ως τρόπος σκέψης, είναι η σύλληψη της πραγματικότητας σε συνεχή αλλαγή,
σαν ένα συνδυασμό γεγονότων (προτσές) που βρίσκονται σε συνεχή κίνηση
και όχι απλά ως ένα άθροισμα τέτοιων. Με αυτήν την έννοια για την
διαλεκτική κανένα μέρος της πραγματικότητας, δεν μπορεί να κατανοηθεί
μεμονωμένα, αποσπασμένο από την αλληλεξάρτησή του με όλα τα υπόλοιπα
μέρη. Η καθολική κίνηση, είναι αποτέλεσμα των εσωτερικών αντιφάσεων του
συνόλου. Η γνώση, δηλαδή η – εν μέρει – κατανόηση της αντικειμενικής
πραγματικότητας, προκύπτει ως αλληλεπίδραση του ανθρώπου και του
περιβάλλοντος μέσα στο οποίο ζει. Ο άνθρωπος μεταφράζει την
πραγματικότητα όπως την αντιλαμβάνεται και την ίδια στιγμή μεταβάλλεται
από την προσπάθειά να την αντιληφθεί, να την κατανοήσει και να την
αλλάξει. Η διαλεκτική της σκέψης πρέπει να προσαρμόζεται στην διαλεκτική
της πραγματικότητας.
Η σκέψη
του Χέγκελ έκανε άλματα υπό την επήρεια της γαλλικής επανάστασης που
συχνά κατέληγαν σε μια υλιστική ανάλυση της κοινωνίας. Όπως π.χ. του
ρόλου που έπαιξε η κοινωνική εργασία στην ανθρώπινη ιστορία. Παρόλα αυτά
είχε αρκετές αδυναμίες. Η διαλεκτική του Χέγκελ, ήταν ιδεαλιστική, τη
συνέλαβε δηλαδή κυρίως στο επίπεδο των ιδεών. Η κίνηση της σκέψης
υπερτερούσε της κίνησης της ύλης, με αποτέλεσμα να ταυτίζει το
πραγματικό με το ιδεώδες. Αυτός ο τρόπος σκέψης, οδήγησε σε μία αντίληψη
της ιστορίας κατά την οποία την ιστορία έγραφαν οι ιδεολογίες, τα
«πνευματικά όντα», οι θρησκείες και όχι οι άνθρωποι, οι κοινωνικές
ομάδες με αντίθετα κοινωνικά συμφέροντα.
Η ερμηνεία
της περίφημης φόρμουλας του Χέγκελ «ότι είναι πραγματικό είναι και
λογικό, ότι είναι λογικό είναι και πραγματικό» γέννησε δύο κατευθύνσεις
σκέψης. Τους Παλαιο-Χεγκελιανούς, εξαιρετικά συντηρητικούς, υποστηρικτές
της Πρωσικής μοναρχίας, της θρησκείας και του κράτους και τους
Νεο-Χεγκελιανούς, ριζοσπάστες, αντικαθεστωτικούς, άθεους (π.χ. Λ.
Φόιερμπαχ). Ο Μαρξ υιοθέτησε και εξέλιξε τους βασικούς άξονες σκέψης των
τελευταίων, μετατρέποντας την ιδεαλιστική διαλεκτική, σε υλιστική διαλεκτική που συνοψίζεται στα παρακάτω:
α) Η υλική
πραγματικότητα, όπως η φύση και οι κοινωνίες, υπάρχει ανεξάρτητα από
τις ιδέες εκείνων που προσπαθούν να την ερμηνεύσουν. Υπάρχει μία
αντικειμενική πραγματικότητα, την οποία προσπαθεί να εξηγήσει η
ανθρώπινη σκέψη, όπως εκείνη διαμορφώνεται μέσα σ’ ένα συγκεκριμένο
ιστορικό πλαίσιο. β) Η σκέψη δεν μπορεί να ταυτιστεί ποτέ απόλυτα με την
αντικειμενική πραγματικότητα, καθώς η δεύτερη πάντα προηγείται της
πρώτης. Η μόνη επαλήθευση της σκέψης είναι η πράξη, άρα επιστημονική
σκέψη είναι αυτή που επιβεβαιώνεται από την πράξη. γ) Οι άνθρωποι δεν
είναι πνευματικά ή απλά όντα. Είναι κοινωνικά και ιστορικά συγκεκριμένες
υπάρξεις που καθορίζονται από τις συνθήκες μέσα στις οποίες ζουν. δ) Η
πάλη των ανθρώπων για την απελευθέρωσή τους αφορά καταρχάς την αναζήτηση
όλο και μεγαλύτερου υλικού χώρου για ζωή και τη δυνατότητα απόλαυσής
της και άρα όλα τα κινήματα απελευθέρωσης στην ιστορία, δεν ήταν
κινήματα πνευματικής απελευθέρωσης, αλλά υλικής. βλ. «Κριτική της Θεωρίας του Κράτους του Χέγκελ» (1843), «Θέσεις για το Φόιερμπαχ» (1845), «Η Γερμανική Ιδεολογία» (1845-46) σε συνεργασία με τον Ένγκελς, «Η Γερμανική Ιδεολογία» (1845-46) σε συνεργασία με τον Ένγκελς, κ.ά.
Ο μετασχηματισμός της γαλλικής κοινωνικής ιστοριογραφίας
Η
κοινωνική ιστοριογραφία αντιλαμβάνεται την ανθρώπινη ιστορία ως
αποτέλεσμα συγκρούσεων ανάμεσα σε κοινωνικές δυνάμεις. Η εμφάνισή της
ήταν μία επανάσταση για τις κοινωνικές επιστήμες, καθώς εισήγαγε την
έννοιας της τάξης στην προσπάθεια κατανόησης της ιστορίας. Αυτός ο
τρόπος ερμηνείας της ιστορίας είχε επιχειρηθεί μερικώς από τον
Θουκυδίδη, κλασικούς Κινέζους συγγραφείς, στοχαστές του ισλαμικού κόσμου
κ.ά. Οι μεγάλες αστικές επαναστάσεις του 16ου-18ου αιώνα επέτρεψαν στην
γαλλική ιστοριογραφία των αρχών του 19ου αιώνα να συλλάβει την έννοια
της ταξικής πάλης, ως εργαλείο για την κατανόηση της ιστορίας.
Παρά το
ότι οι Γάλλοι ιστοριογράφοι του 19ου αιώνα προόδευσαν στην κατανόηση της
δομής και της δυναμικής διάφορων κοινωνιών, το έργο τους εμφάνιζε κενά
στην επιστημονική ερμηνεία της ιστορίας και αντιφάσεις στην κατανόηση
της εποχής της επικράτησης του καπιταλισμού. Χειρίστηκαν τις έννοιες των
«κοινωνικών τάξεων» και των «συγκρούσεων ανάμεσα στις κοινωνικές
τάξεις» με περιγραφικό τρόπο και όχι ως κλειδί για την ερμηνεία της
φύσης των κοινωνικών τάξεων, των θέσεων τους στην παραγωγή, του
κοινωνικού τους βάρους και των αγώνων τους. Απέτυχαν να αποκαλύψουν τις
ρίζες των κοινωνικών τάξεων και του κράτους, παρουσιάζοντάς τα ως
αιώνιους θεσμούς. Ασχολήθηκαν πολύ περιθωριακά με τους αγώνες και τα
συμφέροντα των χαμηλότερων κοινωνικών τάξεων. Σε τελική ανάλυση ήταν μια
ιστοριογραφία που έγραφε την ιστορία των νικητών ακόμη και εις βάρος
της ιστορικής αλήθειας. Ο Μαρξ με τον Ένγκελς ξεπέρασαν τις παραπάνω
αδυναμίες θεμελιώνοντας τις βασικές αρχές του ιστορικού υλισμού:
α) Το
σύνολο των κοινωνικών σχέσεων παραγωγής καθορίζει όλες τις ταξικές
σχέσεις και επομένως την κοινωνική δομή, β) η κοινωνική ύπαρξη καθορίζει
την κοινωνική συνείδηση. Η ιδεολογία της τάξης που ελέγχει το κοινωνικό
υπερπροϊόν είναι η κυρίαρχη ιδεολογία κάθε εποχής. γ) το κράτος είναι
προϊόν της διαίρεσης της κοινωνίας σε τάξεις, εργαλείο σταθεροποίησης,
διατήρησης και αναπαραγωγής της εξουσίας της κυρίαρχης τάξης, δ) η
ιστορία της ανθρωπότητας είναι η ιστορία της πάλης ανάμεσα στις
κοινωνικές τάξεις, της επικράτησης κάποιων κοινωνικών τάξεων πάνω σε
άλλες: «η ιστορία όλων των ως τώρα κοινωνιών είναι η ιστορία ταξικών αγώνων». Αυτή
η πάλη θα συνεχίζεται μέχρι να εξαφανιστούν οι βάσεις της, δηλαδή η
ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής. ε) οι κοινωνικές τάξεις δεν είναι
αιώνιοι θεσμοί της ανθρώπινης κοινωνίας/ανθρώπινης ύπαρξης,
εμφανίστηκαν σ’ ένα συγκεκριμένο στάδιο της ιστορίας και έτσι και η
αταξική κοινωνία θα είναι ένα μελλοντικό στάδιο της ιστορικής εξέλιξης. «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος» (1847-48) σε συνεργασία με τον Ένγκελς, «Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη» (1852), «Η Κομμούνα του Παρισιού» (1871) σε συνεργασία με τον Ένγκελς.
Ο μετασχηματισμός της αγγλικής πολιτικής οικονομίας
«Τελικός
σκοπός του έργου μου, είναι η ανακάλυψη του οικονομικού νόμου κίνησης
της σύγχρονης κοινωνίας, δηλαδή της καπιταλιστικής, της αστικής
κοινωνίας.» έγραφε ο Μαρξ στον πρόλογο του Κεφαλαίου. Η ενασχόλησή
του με την κοινωνική ιστοριογραφία, τον οδήγησε στο να συνδέσει τις
έννοιες της κοινωνικής τάξης και της ταξικής πάλης με τις έννοιες της
κοινωνικής εργασίας και του κοινωνικού προϊόντος. Ο Μαρξ, μετά από
σκέψεις και δισταγμούς, μαζί με το Ένγκελς αγκάλιασαν τη θεμελιώδη θέση
της αγγλικής σχολής της πολιτικής οικονομίας, τη θεωρία της αξίας της εργασίας – η οποία και αυτή είχε αρχαία καταγωγή –, σύμφωνα
με την οποία η ανταλλαγή βασίζεται στη σύγκριση της ποσότητας της
εργασίας που περιέχεται στα αγαθά. Στην τελική της μορφή, η αγγλική
πολιτική οικονομία όπως την εξέλιξαν ο Άνταμ Σμιθ και ο Ντέιβιντ
Ρικάρντο τον 18ο και 19ο αιώνα αντίστοιχα, εμφάνιζε σημαντικές
αντιφάσεις και γρίφους. Ενώ έδωσαν έναν – έστω ατελή – ορισμό της αξίας,
αγνοούσαν την φύση αυτής της αξίας που μετριέται με την εργασία. Τι
καθορίζει την αξία των εμπορευμάτων, του μισθού, την εργατική δύναμη;
Έχοντας μία στατική αντίληψη της καπιταλιστικής οικονομίας, οι θεωρίες
που προσπάθησαν να απαντήσουν σε αυτά τα ζητήματα, η θεωρία των μισθών
του Μάλθους και Ρικάρντο, η θεωρία του χρήματος του Ρικάρντο, ήταν
λανθασμένες.
Ο Μαρξ
ανέπτυξε ένα σύστημα οικονομικής ανάλυσης που βασίζονταν στην εξήγηση
και την κριτική του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και των νόμων
κίνησης του, αρχίζοντας από την ανάλυση του εμπορεύματος. Θεμελίωσε ότι η
ουσία της αξίας είναι η εργασία και η κοινωνική εργασία είναι η βάση
για την επιβίωση και αναπαραγωγή όλων των ανθρώπινων κοινωνιών. Έτσι
κατέληξε στον νόμο της αξίας, στον προσδιορισμό της
εργατικής δύναμης – όχι της εργασίας – που πουλούν οι προλετάριοι και η
οποία στην αστική κοινωνία μετατρέπεται σε εμπόρευμα που ως τέτοιο, έχει
τη δική του αξία, τη χρησιμότητά του, τον κοινωνικά αναγκαίο χρόνο
εργασίας για την αναπαραγωγή του. Λύνοντας την βασική αντίφαση της
αγγλικής πολιτικής οικονομίας, ανακάλυψε την υπεραξία,
τη νέα αξία που δημιουργείται από την εκμετάλλευση της εργατικής
δύναμης, ως τη μορφή που παίρνει το κοινωνικό υπερπροϊόν στην αστική
κοινωνία. Αυτή είναι η σημαντικότερη συνεισφορά του Μαρξ στις
οικονομικές και κοινωνικές επιστήμες. Χρησιμοποιώντας αυτά τα βασικά
εργαλεία κατάφερε να εξηγήσει την πραγματική φύση του μισθού και τις
διακυμάνσεις του. Ανέδειξε την ταξική πάλη ως τον καθοριστικό παράγοντα
στην αλλαγή του συσχετισμού ανάμεσα στο Κεφάλαιο και την Εργασία και
έκανε την επιστήμη ένα όπλο στο πλευρό της προλεταριακής πάλης.
151 χρόνια
οικονομικής και κοινωνικής ιστορίας, μετά τη συγγραφή του 1ου τόμου του
Κεφαλαίου, έχουν επιβεβαιώσει την αξία των ευρημάτων του: i) της τάσης
συνεχούς επαναστατικοποίησης των τεχνικών παραγωγής, ώστε να
υποκαθίσταται η ανθρώπινη εργασία από τις μηχανές, ii) της τάσης των
επιχειρήσεων για μεγιστοποίηση των κερδών χρησιμοποιώντας κάθε μέσο –
αναπόφευκτη συνέπεια του ανταγωνισμού και της ατομικής ιδιοκτησίας των
μέσων παραγωγής, iii) της συσσώρευσης του κεφαλαίου που είναι ο στόχος
και το αποτέλεσμα όλων των μηχανισμών της καπιταλιστικής οικονομίας, iv)
της πτωτικής τάσης του μέσου ποσοστού κέρδους με την παράλληλη αύξηση
της οργανικής σύνθεσης κεφαλαίου, v) τις κρίσεις υπερσυσσώρευσης
κεφαλαίων και υπερπαραγωγής επορευμάτων ως αποτέλεσμα του προηγούμενου
και πολλά άλλα. βλ. «Προκαπιταλιστικοί οικονομικοί σχηματισμοί», «Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας» (1859), «Κεφάλαιο» Α τόμος (1867), «Κεφάλαιο» Β τόμος (1885), «Κεφάλαιο» Γ τόμος (1894).
Το έργο
του Μαρξ είναι κολοσσιαίο, η συνεισφορά του στην υπόθεση της
απελευθέρωσης της ανθρωπότητας από την βαρβαρότητα του καπιταλισμού
ανεκτίμητη. Ο Καρλ Μαρξ ήταν, είναι και θα είναι ο επαναστατικός φάρος
όλων των καταπιεσμένων, εκμεταλλευόμενων, φτωχών και πεινασμένων στον
αγώνα για την ανατροπή του καπιταλισμού και την οικοδόμηση της
σοσιαλιστικής κοινωνίας.
Πηγή : okde
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου