Υπήρξα για χρόνια βουλιμικός αναγνώστης του Γιώργου Δελαστίκ, προτού τον γνωρίσω προσωπικά. Μαζί με τον Θανάση Παπαρήγα, τη Δώρα Σαρρή και άλλους συντρόφους, μας χάριζαν μέσα από τις στήλες του Ριζοσπάστη μια σφαιρική, υψηλής ποιότητας κάλυψη των διεθνών ζητημάτων. Συναρπαστικός στα ρεπορτάζ και στα πρώτα του βιβλία, διορατικός στις αναλύσεις του, πένα που έσπαγε κόκκαλα, ευρυμαθής και πολύγλωσσος, ο Γιώργος είχε κερδίσει σεβασμό και αναγνώριση σε ευρύτερο αναγνωστικό κοινό, ακόμη και στις γραμμές πολιτικών αντιπάλων μας, ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’80
. Οι διαδρομές μας διασταυρώθηκαν το 1989, όταν συμμετείχαμε και οι δύο –εκείνος ως διευθυντής, εγώ ως μαθητευόμενος– σε ένα τρελό δημοσιογραφικό εγχείρημα: να βγάλουμε ένα έντυπο, μηνιαίο περιοδικό στην αρχή, εβδομαδιαία εφημερίδα στη συνέχεια, της κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης, τη στιγμή που ο ιστορικός κομμουνισμός έπνεε τα λοίσθια. Εκείνη την εποχή της γενικευμένης απογοήτευσης, ο αστικός Τύπος γέμισε από «πρώην» που θεώρησαν ότι η Αριστερά είναι ένα τρένο ικανό να σε πάει όπου θέλεις, αρκεί να κατέβεις στον κατάλληλο σταθμό με άδειες αποσκευές, πρόθυμος να υπηρετείς αγόγγυστα και ανερυθρίαστα τον εκάστοτε νικητή της στιγμής. Ο Γιώργος ήταν μια από τις δακτυλοδεικτούμενες εξαιρέσεις — κι ένας από εκείνους που είχαν πιο πολλά να χάσουν από τον δονκιχωτισμό τους.
Οι πρώτες μου εντυπώσεις; Ένας άνθρωπος υποδειγματικής ευγένειας, υπερβολικά comme il faut, ακόμη και μεταξύ φίλων, αλλά με ένα χαμόγελο που φωτίζει ολόκληρο το πρόσωπο, προδίδοντας ότι κάτω από την πανοπλία χτυπάει μια ζεστή καρδιά. Ένα κοφτερό μυαλό που δεν κάνει επίδειξη όσων με πολύχρονο μόχθο είχε κατακτήσει ένα όχι ευνοημένο παιδί από τη Λακωνία που κατάφερε να πετάξει πάνω από τις γειτονιές του κόσμου. Ένας συνομιλητής που δεν εννοεί να έχει αποψάρα για τα πάντα και να μονοπωλεί το τραπέζι, που ξέρει να ακούει και να ζυγιάζει τους γύρω του —αρετές όχι και τόσο αυτονόητες στο δημοσιογραφικό περιβάλλον και ευρύτερα στον χώρο της διανόησης.
Για τον Γιώργο, πετυχημένο κείμενο δεν είναι εκείνο που αγωνιά να επιβάλλει τη δική του αλήθεια πάνω στα γεγονότα, αλλά εκείνο που αναδεικνύει την αλήθεια των γεγονότων
Ο Γιώργος μάς υποδείκνυε ότι πετυχημένο κείμενο δεν είναι εκείνο που απλά αναμασά με ανιαρό τρόπο το ιδεολογικό σχήμα ή την κομματική γραμμή, την οποία πρέπει σώνει και καλά, παντού και πάντα, και στην τελευταία λεπτομέρεια να δικαιώσει, αλλά εκείνο που κεντρίζει το ενδιαφέρον και ανοίγει τους ορίζοντες του αναγνώστη. Όχι εκείνο που αγωνιά να επιβάλει τη δική του αλήθεια πάνω στα γεγονότα, αλλά εκείνο που αναδεικνύει την αλήθεια των ίδιων των γεγονότων. Αν κάτι δεν μπορούσε να υποφέρει ο Γιώργος, αυτό ήταν η αβασάνιστη αυτάρκεια ανθρώπων που όχι μόνο δεν ξέρουν, αλλά και δεν εννοούν να καταλάβουν ότι δεν ξέρουν, η ευκολία του να γράφεις «πιλάφια» χιλιάδων λέξεων με αμπελοφιλοσοφίες που θα διαβάσουν μόνο μαζοχιστές, καλύπτοντας την τεμπελιά σου πίσω από μια επίφαση ιδεολογικής υπεροχής. Αν και δεν είχε ασχοληθεί ιδιαίτερα με τη μαρξιστική θεωρία (κάτι για το οποίο φυσικά δεν περηφανευόταν), εφάρμοζε με έξοχο τρόπο στα δικά του κείμενα –και προσπαθούσε να μεταλαμπαδεύσει και στους άλλους– τη βασική λενινιστική αρχή που λέει η «συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης». Παρότι είχε ήδη καταξιωθεί ως ένας από τους πιο έγκυρους διεθνολόγους της Ελλάδας, εντυπωσίαζε με την εργατικότητα και την επαγγελματική του ευσυνειδησία, πασχίζοντας να βελτιώνει αδιάκοπα τον εαυτό του.
Πλάι στην καλλιέργεια, τις γλώσσες και την ευρυμάθεια, εκείνο που έδινε το νεύρο στα κείμενα και τις ραδιοφωνικές εκπομπές του Γιώργου ήταν το πολιτικό του δαιμόνιο. Γιατί ο Δελαστίκ ήταν πολιτικό ζώο μέχρι το τελευταίο κύτταρο του μυελού των οστών του. Δεν πνιγόταν μέσα σε μια θάλασσα αποσπασματικών πληροφοριών, αλλά ξεχώριζε με την πρώτη ματιά το κύριο, διέκρινε το οδηγητικό νήμα των εξελίξεων και –ως μαχόμενος αριστερός δημοσιογράφος– συγκέντρωνε όλη τη δύναμη πυρός στον κύριο αντίπαλο της στιγμής και στο πιο αδύνατο σημείο του. Η τέχνη του στην πολεμική έφτανε στο αποκορύφωμά της, όταν βούταγε την πένα στην καρδιά για να στηλιτεύσει τα εγκλήματα των ισχυρών απέναντι στους ανίσχυρους ή, ακόμη περισσότερο, όταν αισθανόταν προδομένος από τον πολιτικό χαμαιλεοντισμό αριστερών ηγετών με βαριά ιστορία.
Όπως συμβαίνει με όλους, ακόμη και τους καλύτερους από τη φάρα μας, δεν ήταν όλα τα κείμενά του διαμάντια, ούτε όλες οι τηλεοπτικές του εμφανίσεις αντάξιές του. Πλάι στις μεγάλες του αρετές, ο Γιώργος είχε τα ελαττώματά του, κι όπως κατά κανόνα ισχύει, τα ελαττώματα είναι η ανάποδη όψη των αρετών του. Το πολιτικό δαιμόνιο και το ανοιχτό του μυαλό τον οδηγούσαν κάποιες φορές στον τακτικισμό. Η αυτοπεποίθηση για τα θέματα που γνώριζε καλά κατέληγε κάποτε σε ισχυρογνωμοσύνη — ο κοινός μας φίλος, ο Κώστας ο Τζιαντζής, τον οποίο θαύμαζε και υπεραγαπούσε, έμεινε κάμποσες νύχτες άυπνος, στα πρόθυρα εγκεφαλικού, μ’ αυτό το πείσμα που έσκαγε ουλαμούς γαϊδάρων. Μέσα στο πάθος της πολεμικής, ήταν φορές ικανός να αφήσει στην άκρη τις λογοτεχνικές μεταφορές και τη λεπτή ειρωνεία για να σημαδέψει τον αντίπαλό του στο δόξα πατρί με μπαζούκας, χάνοντας το δίκιο του.
Ακόμη και τότε, όμως, επιβεβαίωνε ότι παρέμενε ο ίδιος, γνήσιος άνθρωπος, πιστός στο κόκκινο νήμα όλης της ενήλικης ζωής του: στον ασίγαστο πόθο του να γνωρίσει τον κόσμο, να αλλάξει τον κόσμο ή τουλάχιστον να μην αφήσει αυτόν τον κόσμο να αλλάξει τον ίδιο προς το χειρότερο. Σε μεγάλο βαθμό τα κατάφερε, πληρώνοντας το τίμημα των επιλογών του. Έκανε εχθρούς, δεν έγινε διευθυντής μεγάλης εφημερίδας, όπως κάλλιστα θα το μπορούσε, δεν απέκτησε ποτέ ΙΧ, μεγάλωσε τα παιδιά του σε ένα ταπεινό διαμέρισμα με νοίκι στον Περισσό και τα έστειλε σε δημόσια σχολεία. Τι κέρδισε; Τον έρωτα της Ελένης, τη λατρεία της Άννας-Λίζας και του Έκτορα, την αγάπη των συντρόφων του, την ευγνωμοσύνη όλων ημών που ευεργέτησε, την τιμή να έχει φτιάξει μια ολόκληρη δημοσιογραφική σχολή με κάτι από τη σπιρτάδα και το ήθος του, «τον έπαινο του Δήμου και των Σοφιστών, τα δύσκολα και τ΄ ανεκτίμητα Εύγε». Τι άλλο θα μπορούσε να προσδοκά, άραγε, ένας άνθρωπος σαν τον Γιώργο Δελαστίκ;
*Αποσπάσματα από κείμενο του Πέτρου Παπακωνσταντίνου (γραμμένο τον Ιούλιο), που περιλαμβάνεται στο υπό έκδοση βιβλίο Η δημοσιογραφία ως τέχνη. Αφιέρωμα στον Γιώργο Δελαστίκ. Το βιβλίο, σε επιμέλεια Βασίλη Μπρούμα, βρισκόταν λίγο πριν την εκτύπωση από τις εκδόσεις Τόπος καθώς πληροφορηθήκαμε την απώλεια του Γιώργου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου