Δευτέρα 21 Μαρτίου 2016

Μαρξισμός και Πόλεμος / του Κ. Ρουσίτη

Αναδημοσιεύουμε ένα παλιότερο άρθρο του Κ. Ρουσίτη από την εφημερίδα Εργατική Εξουσία. Μολονότι γράφτηκε πριν από 15 χρόνια, διατηρεί σε μεγάλο βαθμό την επικαιρότητά του – ειδικά στο φως των συνειδητών προετοιμασιών της Δυτικής Αυτοκρατορίας για πόλεμο μεγάλης κλίμακας, σε έναν πλανήτη στον οποίο η κρίση μαίνεται, έχοντας μπει στον ένατο χρόνο της, και ενώ δε διαφαίνεται στον ορίζοντα κάποια διέξοδος από τη σκοπιά του καπιταλιστικού συστήματος.

Το κοινωνικό υπόβαθρο των πολέμων

Οι ιστορικοί τύποι των πολέμων των τελευταίων αιώνων

Οι πόλεμοι στην ανθρώπινη ιστορία, εκτός από πηγή θλίψης και δυστυχίας, αποτελούσαν πάντα παράγοντα κοινωνικών αλλαγών και ανατροπών προς τα μπρος ή προς τα πίσω στη σπείρα της κοινωνικής εξέλιξης. Για τους επαναστάτες συνεπώς έχει νόημα η μελέτη των πολέμων σε βαθύτερο επίπεδο από “τα δεινά που προκαλούν”. Γιατί στο βάθος τους δεν αντανακλούν τίποτε άλλο από την ίδια την αδυσώπητη ταξική σύγκρουση τη στιγμή που εκρήγνυται βίαια. Κάθε πόλεμος είναι μια δυναμική ισορροπία ιστορικά καθορισμένη. Σε αυτόν καθρεφτίζεται η προσπάθεια των κυρίαρχων να διατηρήσουν και να αυξήσουν τα προνόμια και τα κέρδη τους και οι πόθοι και οι αυταπάτες των καταπιεσμένων να αλλάξουν τη ζωή τους. Είναι όμως και η ανατροπή της προηγούμενης ισορροπίας των ταξικών συσχετισμών και ταυτόχρονα η αναζήτηση μιας νέας. Όταν οι αντιφάσεις και οι ζωντανές δυνάμεις συσσωρεύονται, αναζητούν μια λύση στην έκρηξη της πολεμικής βίας. Το καθήκον επομένως των επαναστατών δεν είναι απλά η κοινωνιολογική ερμηνεία του κάθε πολέμου, αλλά τα άμεσα καθήκοντα δράσης που απορρέουν από αυτή, με σκοπό τη χρησιμοποίηση του πολέμου για την κοινωνική επανάσταση.

Οι πόλεμοι τα πρώτα χρόνια του καπιταλισμού

Ο σχηματισμός των πρώτων αστικών κρατών ήταν το αποτέλεσμα πολέμων και επαναστάσεων, ενάντια στα φεουδαρχικά κράτη και τις αυτοκρατορικές αυλές. Αυτοί οι πρώτοι καπιταλιστικοί πόλεμοι (συμβατικά οι μαρξιστές τους τοποθετούν στα χρόνια ανάμεσα στη γαλλική επανάσταση μέχρι την ειρήνη των Βερσαλλιών το 1871) αντανακλούσαν το πρώτο, κοινωνικά προοδευτικό στάδιο του καπιταλισμού. Στη χαραυγή του καπιταλισμού οι πόλεμοι για τη δημιουργία ή την υπεράσπιση ενός εθνικού κράτους ενάντια στο φεουδαλισμό ήταν ο αναγκαίος δρόμος για το άλμα της κοινωνίας από το φεουδαρχικό μεσαίωνα στην καπιταλιστική ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Είχαν ιστορικά προοδευτικό χαρακτήρα ακριβώς επειδή ο στόχος τους ήταν η αντικατάσταση μιας καθυστερημένης ιστορικά κοινωνίας με μια ανώτερή της. “Γι αυτό όλοι οι τίμιοι επαναστάτες δημοκράτες, καθώς και όλοι οι σοσιαλιστές εύχονταν πάντα σε τέτοιους πολέμους την επιτυχία της χώρας εκείνης (δηλ. εκείνης της αστικής τάξης) που συνέβαλλε στην ανατροπή ή στην υπονόμευση των πιο επικίνδυνων θεμελίων της φεουδαρχίας, της απολυταρχίας και της καταπίεσης των ξένων λαών”. (Λένιν, Σοσιαλισμός και πόλεμος). Η έννοια του πολέμου και της (αστικής) επανάστασης συχνά ήταν μπλεγμένες σχεδόν αξεδιάλυτα, όπως για παράδειγμα στα γεγονότα του 1848. Ακριβώς σε αυτή τη λογική και ο Μαρξ και ο Ένγκελς αρνούνταν να μένουν απλοί θεατές, αλλά αντίθετα έπαιρναν ενεργό μέρος σε τέτοιους πολέμους ενάντια στα πιο αντιδραστικά καθεστώτα της Ευρώπης.

Η εποχή των πολέμων και των επαναστάσεων

Το πέρασμα του καπιταλισμού από τη νεανική του ηλικία στην ωρίμανση και το σάπισμα στα τέλη του 19ουαιώνα, ανοίγει μια εποχή που ο καπιταλισμός αποτελεί πια ένα αξεπέραστο εμπόδιο στην παραπέρα πορεία της ανθρωπότητας και είναι απόλυτα ώριμη η αντικατάστασή του από την κομμουνιστική κοινωνία. Σε αυτό το τελευταίο στάδιο του καπιταλισμού που οι επαναστάτες ονομάζουν ιμπεριαλισμό, οι πόλεμοι αντανακλούν πλέον τις οδύνες ενός κοινωνικού συστήματος που αργοπεθαίνει και μέσω των πολέμων αναζητά λύσεις στα αδιέξοδα που το ίδιο γεννάει. Είτε, από την άλλη, αντανακλούν την πάλη για την ανατροπή αυτού του σάπιου συστήματος. Είναι οι πόλεμοι της ιμπεριαλιστικής εποχής, ή για να το θέσουμε αλλιώς πρόκειται για την εποχή των πολέμων και των επαναστάσεων.

Ακόμα κι αν κάπου επιβιώνουν προκαπιταλιστικές κοινωνικές μορφές, το σύνολο της ανθρωπότητας έχει περάσει στον καπιταλισμό. Αλλά αυτό το πέρασμα είναι ασύμμετρο. Το αποτέλεσμα είναι μια χούφτα χώρες, τις ιμπεριαλιστικές χώρες, που καταληστεύουν και κρατούν στην καθυστέρηση όλες τις υπόλοιπες του πλανήτη. Η ασυμμετρία αυτής της ανάπτυξης του καπιταλισμού είναι το κοινωνικό υπόβαθρο των πολέμων της ιμπεριαλιστικής εποχής.

Οι ενδοϊμπεριαλιστικοί πόλεμοι

Στην μια περίπτωση έχουμε τον πόλεμο ανάμεσα σε ιμπεριαλιστικά κράτη. Οι πόλεμοι αυτοί, άσχετα από το πρόσχημα με το οποίο ντύνονται, πάντα αποσκοπούν σε ένα “καλύτερο” μοίρασμα του πλανήτη ανάμεσα στους ιμπεριαλιστές, τη σύγκρουσή τους για τις αγορές, τις πρώτες ύλες, τις αποικίες. Πρόκειται για τους “ενδοϊμπεριαλιστικούς” πολέμους. Ο Λένιν γράφοντας για τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο δίνει με πολύ παραστατικό τρόπο την πραγματική διάσταση ενός τέτοιου πολέμου: “Φανταστείτε ότι ένας δουλοκτήτης, που έχει 100 δούλους, πολεμάει με έναν δουλοκτήτη που έχει 200 δούλους, για ένα πιο “δίκαιο” ξαναμοίρασμα των δούλων… Έτσι ακριβώς εξαπατά τους λαούς η σημερινή, η ιμπεριαλιστική αστική τάξη με την “εθνική” ιδεολογία και με την έννοια της υπεράσπισης της πατρίδας στο σημερινό πόλεμο, που γίνεται ανάμεσα σε δουλοκτήτες για την εδραίωση και το δυνάμωμα της δουλείας”. (Λένιν, Σοσιαλισμός και πόλεμος). Τέτοιοι ήταν οι πόλεμοι σαν τον πρώτο και το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, τέτοιος θα είναι ένας αυριανός πόλεμος ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία για το πια αστική τάξη θα ελέγχει το Αιγαίο και τους δρόμους του πετρελαίου. Από την έκβαση αυτών των πολέμων οι λαοί δεν έχουν να κερδίσουν απολύτως τίποτα, όποιος ιμπεριαλιστής και να νικήσει. Γι αυτό οι μαρξιστές ονόμαζαν αυτούς πολέμους “άδικους” ή “επιθετικούς”. Άδικοι, από τη σκοπιά των συμφερόντων της εργατικής τάξης και της σοσιαλιστικής επανάστασης. Επιθετικοί, από τη σκοπιά του ιμπεριαλιστικού κεφαλαίου.

Οι εθνικοαπελευθερωτικοί πόλεμοι

Οι ιμπεριαλιστικές χώρες μπορούν να είναι τέτοιες μόνο στο βαθμό που κρατάν σε υποδούλωση όλες τις υπόλοιπες χώρες του πλανήτη. Οι εξεγέρσεις των καταπιεσμένων αυτών εθνών, ο πόλεμός τους ενάντια στον ιμπεριαλισμό, έχει εντελώς διαφορετικό χαρακτήρα από τους προηγούμενους, επειδή, όσο οι πρώτοι δυναμώνουν την ιμπεριαλιστική κυριαρχία, τόσο αυτοί την υπονομεύουν. Το ιδεολογικό περιτύλιγμα που συνηθίζουν να ντύνουν οι ιμπεριαλιστές την επίθεσή τους σχεδόν πάντα είναι ο “ανώτερος πολιτισμός” και οι “αξίες” του, ενάντια στην “καθυστέρηση” και τη “βαρβαρότητα” της εξαρτημένης χώρας. Όπως ακριβώς σήμερα, με την επίθεση των ΗΠΑ ενάντια στο Αφγανιστάν και στον αραβικό κόσμο.

“Ο ιμπεριαλισμός μπορεί να υπάρχει μόνο και μόνο γιατί υπάρχουν στον πλανήτη μας έθνη καθυστερημένα, χώρες αποικιακές ή μισοαποικιακές. Ο αγώνας των καταπιεσμένων αυτών λαών για την ενότητά τους και την εθνική τους ανεξαρτησία έχει ένα χαρακτήρα διπλά προοδευτικό, γιατί απ’ το ένα μέρος προετοιμάζει πιο ευνοϊκές συνθήκες για την ανάπτυξη αυτών των λαών κι απ’ το άλλο καταφέρει ένα χτύπημα στον ιμπεριαλισμό. Σε έναν πόλεμο ανάμεσα σε μια ιμπεριαλιστική δημοκρατία πολιτισμένη και στην υπανάπτυκτη και καθυστερημένη μοναρχία μιας αποικιακής χώρας, οι επαναστάτες θα είναι ολοκληρωτικά με το μέρος της καταπιεζόμενης χώρας παρά τη μοναρχία της και εναντίον της προστάτιδας καταπιεστικής χώρας παρά της “δημοκρατίας” της”. (Τρότσκι, Στάλιν)

Είναι αυτονόητο, ότι σε αυτή την περίπτωση η θέση των επαναστατών είναι με τη μεριά της καταπιεσμένης χώρας και με την ήττα του ιμπεριαλισμού. Στη βάση του, ένας τέτοιος πόλεμος, αποτελεί μια έμμεση μορφή ταξικού πολέμου. Η εκμετάλλευση του ιδρώτα των εργατών και των λαών του Τρίτου κόσμου, δεν πηγαίνει μόνο στις τσέπες των αρχόντων της χώρας, αλλά –κυρίως- αποθησαυρίζεται στην ιμπεριαλιστική μητρόπολη, η οποία έχει άμεσο οικονομικό συμφέρον να συνεχίσει και να υπερασπίσει με τα όπλα αυτό το σύστημα υποδούλωσης. Γι αυτό το λόγο οι επαναστάτες ονόμαζαν αυτούς τους πολέμους “αμυντικούς” ή “δίκαιους”.

“Λέγοντας “αμυντικό” πόλεμο οι σοσιαλιστές εννοούσαν πάντα έναν πόλεμο “δίκαιο” μ’ αυτή την έννοια (όπως εκφράστηκε κάποτε ο Κ. Λίμπκνεχτ). Μόνο μ’ αυτή την έννοια οι σοσιαλιστές παραδέχονταν και παραδέχονται και σήμερα ότι είναι δικαιολογημένη, προοδευτική και δίκαια η ιδέα της “υπεράσπισης της πατρίδας” ή του “αμυντικού” πολέμου. Αν λόγου χάρη, αύριο το Μαρόκο κηρύξει πόλεμο κατά της Γαλλίας, οι Ινδίες κατά της Αγγλίας, η Περσία ή η Κίνα κατά της Ρωσίας κλπ, οι πόλεμοι αυτοί θα είναι “δίκαιοι”, “αμυντικοί”, άσχετα από το ποιος επιτέθηκε πρώτος και ο κάθε σοσιαλιστής θα ευχόταν τα κράτη τα καταπιεζόμενα, τα εξαρτημένα, τα κράτη χωρίς πλήρη δικαιώματα, να νικήσουν τις καταπιέστριες, δουλοκτητικές, ληστρικές “μεγάλες” δυνάμεις”. (Λένιν, Σοσιαλισμός και πόλεμος).

Εμφύλιος ταξικός πόλεμος

Στον αντίποδα των πολέμων ανάμεσα στα αφεντικά, είναι ο πόλεμος των καταπιεσμένων ενάντια στα ίδια τα αφεντικά τους. Είναι ο εμφύλιος ταξικός πόλεμος, σαν τον εμφύλιο στη Ρωσία, την Κίνα, την Κορέα, την Ινδοκίνα κλπ. Και αυτός ο πόλεμος χρησιμοποιεί ακριβώς τα ίδια μέσα με τους άλλους, τα ίδια όπλα, το ίδιο αίμα, (πως θα μπορούσε άλλωστε να γίνει αλλιώς;) αλλά για έναν εντελώς διαφορετικό σκοπό: Για την ανατροπή αυτής της κοινωνίας. Χρησιμοποιώντας ακριβώς αυτή την αναλογία στα μέσα, τα όπλα, το αίμα, τους αθώους νεκρούς κλπ, συχνά η αντίδραση προσπαθεί να ταυτίσει τον πιο δίκαιο των πολέμων, τον ταξικό εμφύλιο πόλεμο, με τους ληστρικούς πολέμους των αφεντικών και να τον απαξιώσει στο όνομα της “ειρήνης”. Είναι η ίδια αναλογία που χρησιμοποιούν ξανά τα αφεντικά και οι υπηρέτες τους, όταν πρόκειται να εξηγήσουν τον πόλεμο μιας καταπιεσμένης χώρας ενάντια στην ιμπεριαλιστική μητρόπολη. Με μια λέξη, πρόκειται για την άρνηση στους καταπιεσμένους να χρησιμοποιούν τα ίδια όπλα με τον καταπιεστή τους για να κερδίσουν την ελευθερία τους. Προεκτείνοντας το παράδειγμα του Λένιν με τους δουλοκτήτες, ο Τρότσκι δίνει μια τελειωτική απάντηση στους απολογητές των αφεντικών: “Ένας δουλοκτήτης που με την πονηριά και με τη βία κρατάει ένα δούλο αλυσοδεμένο και ένας δούλος που με την πονηριά ή με τη βία σπάει τις αλυσίδες του –ας μην τολμήσουν να μας πουν οι κατάπτυστοι ευνούχοι ότι μπορεί να είναι ίσοι σ’ ένα δικαστήριο ηθικής!” (Τρότσκι, Η ηθική τους και η ηθική μας).

Πόλεμος και εργατικό κίνημα

Οι πόλεμοι συγκλονίζουν όλες τις κοινωνικές ισορροπίες της προηγούμενης περιόδου σε μια κοινωνία, όχι όμως με τον ίδιο τρόπο σε κάθε πόλεμο. Είναι διαφορετικές οι κοινωνικές αντιδράσεις σε μια καταπιεσμένη χώρα που συγκρούεται με την ιμπεριαλιστική που την εκμεταλλεύεται και διαφορετικές οι κοινωνικές διεργασίες στο εσωτερικό της ιμπεριαλιστικής χώρας που μπαίνει στον πόλεμο. Αν για την πρώτη η υπόθεση της κοινωνικής απελευθέρωσης περνά από το δρόμο της εθνικής ανεξαρτησίας και της καπιταλιστικής ολοκλήρωσης, για τη δεύτερη είναι μια άμεση επιτακτική κοινωνική ανάγκη. Αυτός είναι και ο λόγος που σε ολόκληρη την ιστορία των σύγχρονων πολέμων, ανεξάρτητα από το πρόσχημα του κάθε πολέμου, η συμπεριφορά των κοινωνικών τάξεων μιας ιμπεριαλιστικής χώρας κατά τον πόλεμο έχει τόσες πολλές ομοιότητες.

Το ξέσπασμα ενός πολέμου διαρρηγνύει όλες τις προηγούμενες πολιτικές-κοινωνικές ισορροπίες στο εσωτερικό μιας κοινωνίας. Η κοινωνία συνολικά, όλες οι τάξεις της καλούνται να συνεχίσουν να ζουν και να πεθαίνουν σε μια κατάσταση πολύ διαφορετική από την προηγούμενη “ειρηνική”. Η ίδια η οικονομία της χώρας, η παραγωγή, η διανομή των πόρων, η οργάνωσή της προσαρμόζεται στη διεξαγωγή του πολέμου, η χώρα μεταβάλλεται σε “στρατόπεδο” και τα πάντα υποτάσσονται στην πολεμική νίκη. Οι μηχανισμοί του κράτους προσαρμόζονται με τη σειρά τους σε αυτό το καθήκον. Οι ταξικοί διαχωρισμοί και οι εσωτερικές αντιθέσεις φαίνονται να σβήνουν και όλο το έθνος στρατεύεται στο σκοπό της νίκης ενάντια στον εχθρό. Αυτή η εικόνα είναι η εντύπωση που αποκομίζει ένας επιπόλαιος θεατής βλέποντας μια εμπόλεμη χώρα. Πρόκειται απλά για την επιφάνεια, γιατί όπως θα δούμε πιο κάτω το κοινωνικό καζάνι βράζει.

Αυτή η κατάσταση αποτυπώνεται με τον πιο σκληρό τρόπο στα συναισθήματα των μαζών. “Ο πόλεμος δεν μπορεί να μην προκαλεί στις μάζες τα πιο τρικυμιώδη αισθήματα που διαταράσσουν τη συνηθισμένη υπναλέα ψυχική διάθεση”. Αμέσως παρακάτω, ο Λένιν πραγματεύεται διεξοδικά αυτά τα “τρικυμιώδη συναισθήματα” των μαζών. Βλέπει τρία κυρίαρχα ρεύματα. 1) Φρίκη και απόγνωση, στο οποίο οφείλεται ένα δυνάμωμα τις θρησκείας. 2) Μίσος προς τον εχθρό, σαν το συναίσθημα που καλλιεργεί συστηματικά η αστική τάξη με τα μέσα της. 3) Μίσος προς την κυβέρνησή τους και τη δική τους αστική τάξη, συναίσθημα που αρχικά ασπάζεται μόνο μια πρωτοπορία της εργατικής τάξης, “αίσθημα που το έχουν οι συνειδητοί εργάτες” και στο οποίο οι επαναστάτες πρέπει να επενδύσουν και να το καλλιεργήσουν. “Δεν μπορεί να διεγείρει κανείς το μίσος προς την κυβέρνησή του και προς την αστική του τάξη, χωρίς να εύχεται την ήττα τους –και δεν μπορεί να είναι κανείς ανυπόκριτος εχθρός της ‘ειρήνης των πολιτών’ (=της ταξικής ειρήνης) χωρίς να διεγείρει το μίσος προς την κυβέρνησή του και προς την αστική του τάξη!!”. (Λένιν, Για την ήττα της κυβέρνησης της χώρας σου).

Όποια κι αν είναι η αφορμή του πολέμου, η αιτία του πάντα είναι η προσπάθεια της αστικής τάξης της χώρας να αναβαθμίσει την οικονομική της θέση στον παγκόσμιο καταμερισμό, σε βάρος μιας άλλης αστικής τάξης. Για να μπορέσει όμως να είναι αποτελεσματική στον πόλεμο, πρέπει στο εσωτερικό της χώρας να έχει πετύχει την “ειρήνη του στρατοπέδου”. Η επιδίωξη της αστικής τάξης είναι να πετύχει τη συστράτευση ολόκληρης της κοινωνίας στον πόλεμο, δηλαδή στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων της. Κάθε μέσο που έχει στη διάθεσή της το χρησιμοποιεί για αυτό το σκοπό.

Σε πρώτη γραμμή είναι η ιδεολογική προετοιμασία των μαζών. Το σταθερό μοτίβο είναι η “άμυνα της πατρίδας μας” στην οποία ο καθένας θα πρέπει να υποτάξει κάθε ιδιαίτερο συμφέρον. Πρέπει να μεταβληθεί σε ένα άβουλο ροπμότ έτοιμο και πρόθυμο να θυσιάσει ακόμα και τη ζωή του για αυτό το σκοπό. Η αστική τάξη επιστρατεύει κάθε τι που μπορεί να τονώσει το πατριωτικό φρόνημα των μαζών. Η πολεμική εμπλοκή πάντα συνοδεύεται από ένα ισχυρό δυνάμωμα του εθνικισμού, το οποίο δεν είναι αυθόρμητο, αλλά καλλιεργείται συνειδητά από κάθε κρατικό και “παρακρατικό” μηχανισμό που έχει στη διάθεσή της η αστική τάξη. Τα Μαζικά Μέσα Ενημέρωσης, είτε ήταν παλαιότερα οι εφημερίδες, είτε σήμερα τα ηλεκτρονικά, μεταβάλλονται σε πρακτορεία των στρατιωτικών επιτελείων, είτε ωμά, είτε έμμεσα, αλλά πάντα ολοκληρωτικά.

Η “μάχη της πληροφορίας” στη διαμόρφωση των στάσεων στις μάζες έχει τεράστια σημασία. Στις μάζες πρέπει να φτάνουν μόνο όσες πληροφορίες θέλουν τα πολεμικά επιτελεία της αστικής τάξης. Η λογοκρισία μπαίνει στην ημερήσια διάταξη για να φιλτράρει και να κόβει κάθε ανεπιθύμητη πληροφορία. Η απάτη της αστικής δημοκρατίας με τις εγγυήσεις για την “ελευθερία του λόγου” πάει περίπατο και κάθε πρόσχημα θυσιάζεται στον “υπεράνω σκοπό” να νικηθεί ο εχθρός. Στις ΗΠΑ η κυβέρνηση απαγόρευσε στα κανάλια να δείχνουν τα μηνύματα του Μπιν Λάντεν και των Ταλιμπάν, απαγόρευσαν να μεταδίδουν τις σκηνές από την έξαρση του αντιπολεμικού κινήματος και από την καταστολή της εθνοφρουράς ενάντια στις αντιπολεμικές διαμαρτυρίες, μέχρι και λίστα απαγορευμένων τραγουδιών κατάρτισαν. Ο κόσμος πρέπει να μπει σε μια πολεμική καραντίνα.

Για την αποτελεσματική πειθαρχεία της κοινωνίας ο φόβος έχει καλύτερα αποτελέσματα από την πειθώ. Παράλληλα με την ιδεολογική πλύση εγκεφάλου, η αστική τάξη συμπληρώνει την πειθάρχηση της κοινωνίας με σκλήρυνση της καταστολής κάθε αντίθετης άποψης. Μάλιστα, η ιδεολογική προπαρασκευή αποσκοπεί και στο να κάνει τις μάζες όσο το δυνατόν πιο παθητικές, όσο η αστική τάξη με τους μηχανισμούς της θα καταστέλλει τον “εσωτερικό εχθρό”. Η αυστηρή πειθάρχηση ξεκινά πρώτα απ’ όλα από το στράτευμα. Η λιποταξία και η ανυποταξία τιμωρούνται πάντα σαν εγκλήματα, το ίδιο και κάθε άρνηση εκτέλεσης οποιασδήποτε διαταγής. Αλλά ολόκληρη η κοινωνία μεταβάλλεται σε στρατόπεδο και τα μέτρα είναι τόσο πιο σκληρά, όσο μεγαλύτερη είναι η κοινωνική αντίσταση. Στο στόχαστρο βρίσκονται πάντα και πρώτα όσες οργανώσεις της εργατικής τάξης προπαγανδίζουν την ανάγκη της ειρήνης. Όποιος δεν φωνάζει τα πατριωτικά συνθήματα και δεν τραγουδάει εμβατήρια, πρέπει να σωπάσει. Αν δεν σωπαίνει μόνος του τότε θα φιμωθεί. Αυτό θα πει κοινωνία σε κατάσταση πολέμου.

Η επιδίωξη της αστικής τάξης είναι μια νέα κοινωνική συμμαχία στη βάση της νέας ισορροπίας των κοινωνικών δυνάμεων. Παρά τις προσπάθειές της οι φτωχοί εξακολουθούν να είναι φτωχοί και οι πλούσιοι εξακολουθούν να είναι πλούσιοι. Με όλη της την καταστολή, με όλη της την πατριωτική πλύση εγκεφάλου, δεν θα πετύχαινε τη συστράτευση της κοινωνίας, αν δεν κατορθώσει να κερδίσει τα μικροαστικά στρώματα της κοινωνίας και το στρώμα της εργατικής αριστοκρατίας και της εργατικής γραφειοκρατίας. Αν η πειθώ και ο φόβος είναι το μέσο που δένει τους πρώτους στο άρμα των στρατιωτικών επιδιώξεων των αφεντικών, η εξαγορά είναι το μέσο για να κερδίσει το δεύτερο αυτό τμήμα, την εργατική αριστοκρατία. Αυτή τη διαδικασία περιγράφει ο Τρότσκι παραθέτοντας την εμπειρία του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. “Η τελευταία περίοδος της καπιταλιστικής άνθισης πριν από τον πόλεμο (1909-1913) συνέδεσε με ιδιαίτερα στενούς δεσμούς το ανώτερο στρώμα του προλεταριάτου με τον ιμπεριαλισμό. Καλά μερίδια από τα υπερκέρδη που η αστική τάξη αποκόμιζε από τις αποικίες και τις καθυστερημένες χώρες τα έδινε στην εργατική αριστοκρατία και τη γραφειοκρατία. Ο πατριωτισμός τους υπαγορευόταν έτσι από το άμεσο συμφέρον στην πολιτική του ιμπεριαλισμού. Κατά τη διάρκεια ενός πολέμου που αποκάλυπτε όλες τις κοινωνικές σχέσεις, η συμμαχία των καιροσκόπων και των σωβινιστών με την αστική τάξη, τις κυβερνήσεις και τα γενικά επιτελεία τους ενισχύθηκε σημαντικά. Οι καιροσκόποι πέρασαν οριστικά στο στρατόπεδο του ταξικού εχθρού.” (Τρότσκι, Στάλιν)

Αυτοί οι οικονομικοί δεσμοί ενισχύονται στην περίοδο προπαρασκευής του πολέμου. Την εξαγορά αυτού του στρώματος τα πολεμικά επιτελεία των αστών την αντιμετωπίζουν σαν ένα αναγκαίο πολεμικό έξοδο. Ξέρουν ότι πρόκειται για τους πράκτορές τους στο εργατικό κίνημα και το έργο τους να κρατούν την εργατική τάξη σε υποταγή όσο θα διαρκεί ο πόλεμος, είναι ένα καθήκον τόσο σοβαρό, όσο και οι πολεμικές επιχειρήσεις στο μέτωπο.

Το άμεσο αποτέλεσμα αυτών των μέτρων είναι μια κάμψη –ή και ολοκληρωτική πτώση- κάθε κοινωνικού αγώνα. Μετά την καταστολή της επανάστασης του 1095 στη Ρωσία και το μούδιασμα των πρώτων χρόνων οι εργατικοί αγώνες άρχισαν σταδιακά να πυκνώνουν. Μετά το 1912 η ταξική πάλη έφτασε σε μεγάλη όξυνση και οι απεργίες πύκνωναν σταθερά. Έφτασαν στο αποκορύφωμά τους το 1914, ακριβώς πριν την έναρξη του πολέμου, όπου απεργούσαν πάνω από 1 εκατ. εργάτες. Με τον πόλεμο στους αγώνες έπεσε ταφόπλακα βυθίζοντας στην απογοήτευση τους περισσότερους μαρξιστές της εποχής. Από τη μια ήταν η τσαρική καταστολή, που απαγόρευσε κάθε επαναστατική οργάνωση και έντυπο, που φυλάκιζε, εξόριζε και δολοφονούσε κάθε επαναστάτη και αγωνιστή. Η καταστολή και η πατριωτική πλύση εγκεφάλου έφερε τα αποτελέσματά της. Οι μάζες που ως χθες απεργούσαν, την επομένη πήγαιναν στο μέτωπο για να σφαχτούν τραγουδώντας εμβατήρια.

Όταν οι μαρξιστές απελπίζονταν μπροστά στο ενδεχόμενο ξέσπασμα του πολέμου, τα μέτρα του τσάρου και την επικράτηση του πατριωτικού ενθουσιασμού, ακόμα και μέσα στις εργατικές μάζες, ο Λένιν έγραφε στον Γκόρκι πως “Ο πόλεμος της Αυστρίας με τη Ρωσία, στην αρχή του 1913, θα είναι μια πολύ ευνοϊκή υπόθεση για την επανάσταση σε όλη την Ανατολική Ευρώπη, αλλά είναι λίγο απίθανο ο Φραγκίσκος Ιωσήφ και ο πατερούλης Νικόλαος να μας δώσουν αυτή την ευχαρίστηση”. Το να αντιμετωπίζει ο Λένιν σαν “δώρο” την κατάσταση της τσαρικής τρομοκρατίας, της πτώσης των εργατικών αγώνων και των απεργιών και της εθνικιστικής έξαρσης, μπορεί να σημαίνει δύο πράγματα: ή ότι τρελάθηκε στο διάστημα 1913-1914, ή ότι μπορούσε να δει πιο μακριά από τις πρώτες αντιδράσεις τις κοινωνίας απέναντι στον πόλεμο. Η ιστορία απέδειξε το δεύτερο και μάλιστα όχι αργότερα από 3-4 χρόνια.

Οι ταξικές διαφορές σε καιρό πολέμου όχι απλά δεν σβήνουν, αλλά σιγοβράζουν. Η κατάσταση “έκτακτης ανάγκης” στην οποία η αστική τάξη βάζει την κοινωνία δεν μπορεί να παραταθεί πολύ καιρό. Οι ταξικές διαφορές που κρύβονται, θάβονται ή καταστέλλονται, μετά ένα πρώτο διάστημα, ξεσπούν με τεράστια σφοδρότητα που κλονίζει κάθε “τάξη και ασφάλεια” των αφεντικών. Τελικά, ο πόλεμος προκαλεί την πιο εκρηκτική όξυνση των ταξικών συγκρούσεων. Ποιος είναι λοιπόν ο μηχανισμός που βάζει σε κίνηση ο πόλεμος;

Οι στερήσεις και οι θυσίες που “πρέπει να υποστούμε όλοι στα μετόπισθεν”, όσο ο πόλεμος παρατείνεται, γίνεται μια δυσβάσταχτη κατάσταση για τα πιο φτωχά τμήματα του λαού. Δεν μπορούν πια να δικαιολογούνται εύκολα στο όνομα των “θυσιών για την πατρίδα”. Επιπλέον, κάθε μέρα γίνεται φανερό με πλήθος μικρών περιστατικών, ότι αυτές οι στερήσεις δεν αφορούν όλο το έθνος, αλλά μόνο τα λαϊκά στρώματα. Οι πλούσιοι εξακολουθούν να ζουν στη χλιδή, χωρίς να είναι διατεθειμένοι να θυσιάσουν τίποτα για “χάρη της πατρίδας”. Αντίθετα, αντιμετωπίζουν αυτή τη “δύσκολη κατάσταση” σαν ένα ακόμα μέσο να αυξήσουν τα κέρδη τους. Σε περίοδο πολέμου περιουσίες χτίζονται στο σκοτάδι και στο φόντο των πολεμικών στερήσεων. Η παράταση μιας τέτοιας κατάστασης θρυμματίζει κάθε εθνική ενότητα. Οι παρασυρμένες από τον εθνικισμό μάζες, γίνονται ένα καζάνι που βράζει.

Αλλά πόλεμος δεν σημαίνει μόνο στερήσεις, αλλά κυρίως θυσίες. Σημαίνει νεκρούς. Οι νεκροί εκτός από νούμερα σε πολεμικές στατιστικές, είναι επίσης αγαπημένα πρόσωπα, είναι γιοι, πατεράδες, αδερφοί, αγαπημένοι. Μπορεί κανείς να ξεπροβοδίζει τον αγαπημένο του στον πόλεμο για μια “δίκαιη πατριωτική υπόθεση”, για να “υπερασπιστεί την πατρίδα”, αλλά δεν υπάρχει καμιά δύναμη στον κόσμο να εξηγήσει για πιο λόγο δεν θα ξαναδεί ποτέ μια μάνα τον γιο της. Δεν υπάρχει κανένας καπιταλιστής που να μπορεί να δικαιολογήσει αυτή την άσκοπη θυσία. Είναι η στιγμή που ο ναρκωμένος από τον πατριωτισμό λαός αναλογίζεται αν ο πόλεμος αξίζει και δικαιώνει τόσες θυσίες. Είναι η στιγμή που σκέφτεται τις πραγματικές αιτίες του πολέμου. Το Βιετνάμ κλόνισε την αμερικάνικη κοινωνία, όχι στα πρώτα χρόνια όταν οι στρατιώτες έφευγαν μέσα σε πατριωτικό ενθουσιασμό για να πολεμήσουν τους “κιτρινιάρηδες”, αλλά όταν επέστρεφαν πίσω, ανάπηροι, τραυματισμένοι και νεκροί μεταφέροντας μαζί τους όλη τη φρίκη του μετώπου και τα ερωτήματά τους για μια άδικη θυσία.

Η ήττα σε έναν πόλεμο είναι συνήθως η αφετηρία μιας επαναστατικής κατάστασης, που μπορεί να οδηγήσει άμεσα στην σοσιαλιστική επανάσταση. Στη Ρωσία του 17, στη Γερμανία με την εξέγερση του Σπάρτακου και στην Ουγγαρία το 19. Στην Άπω Ανατολή σαν προέκταση των πολέμων ανεξαρτησίας, σε Κίνα, Βιετνάμ, Λάος, Καμπότζη, κλπ. Ο εμφύλιος πόλεμος σε Ιταλία, Ελλάδα, Γιουγκοσλαβία, Αλβανία, ήταν το τέλος του β΄ ιμπεριαλιστικού πολέμου. Ακόμα το κύμα της κοινωνικής έκρηξης στις ιμπεριαλιστικές μητροπόλεις τη δεκαετία του 60 και 70 ήταν το αποτέλεσμα του κλονισμού των αποικιακών πολέμων.

Εκείνη τη στιγμή οι επαναστάτες είναι εκεί. Είναι δικό τους έργο να εξηγήσουν σε ένα ακροατήριο πρόθυμο τις πραγματικές αιτίες του πολέμου. Είναι οι μόνοι που μπορούν να δείξουν τον πραγματικό εχθρό –τα αφεντικά- και να προσανατολίσουν πολιτικά την οργή των πλατιών λαϊκών στρωμάτων. Τέλος, είναι οι μόνοι που μπορούν να δώσουν διέξοδο σε αυτή την ανυπόφορη κατάσταση. Όσο σκληρή καταστολή κι αν εφάρμοσαν οι καπιταλιστές στον “εσωτερικό εχθρό”, πάντα θα βρεθούν επαναστάτες να αναλάβουν αυτό το έργο. Ακόμη και στην πιο σκληρή καταστολή, στο εσωτερικό της ναζιστικής Γερμανίας των Ες Ες και της φρίκη των στρατοπέδων εξόντωσης, ακόμα κι εκεί βρέθηκαν επαναστάτες, γύρω από την εφημερίδα ‘Κόκκινος Στρατιώτης’ που μέσα στον ίδιο το γερμανικό στρατό δεν σταμάτησαν την επαναστατική προπαγάνδα.

Πίσω από το πέπλο της πατριωτικής ηρεμίας και της πειθαρχίας του στρατώνα, διεξάγεται ένας σκληρός ταξικός πόλεμος. Η έκβασή του φυσικά δεν μπορεί να προδιαγραφεί από πριν. Σε αυτόν οι κομμουνιστές δεν έχουν την πολυτέλεια της γκρίζας δουλειάς. Πρέπει να εκμεταλλεύονται κάθε ευκαιρία, να “τρυπώνουν σε κάθε χαραμάδα” που αφήνει ανοιχτή η κατάσταση “έκτακτης ανάγκης” και να προετοιμάζουν συστηματικά την ώρα της επανάστασης.

Τα καθήκοντα των επαναστατών στον πόλεμο

Τα καθήκοντα των επαναστατών μπροστά στο ενδεχόμενο της πολεμικής εμπλοκής απορρέουν από την κατανόηση των κοινωνικών διεργασιών που βάζει μπροστά ο πόλεμος.

Ολόκληρη την περίοδο της προπαρασκευής τους οι επαναστάτες δεν πρέπει να σταματούν ούτε στιγμή την αντίθεσή τους στον πόλεμο που ετοιμάζουν τα αφεντικά. Πρέπει να ξεσκεπάζουν χωρίς φόβο τις πραγματικές αιτίες του πολέμου –τη ληστρικότητα της δικής τους αστικής τάξης- να εξηγούν τις θυσίες που θα κληθεί να πληρώσει ο φτωχός λαός για τα συμφέροντα των αφεντικών του και να εμποδίζουν το ξέσπασμα του πολέμου. Το κέντρο όλης αυτής της αντιπολεμικής εκστρατείας πρέπει να βάζει με τον πιο καθαρό τρόπο ότι “ο δικός μας πόλεμος γίνεται εδώ”, στην ίδια μας τη χώρα και ο εχθρός μας είναι οι καπιταλιστές, η κυβέρνησή τους και οι υπηρέτες τους. Είναι ένας πόλεμος ενάντια στη πολιτική που κόβει από τις κοινωνικές δαπάνες για να ετοιμάζει τα πολεμικά οπλοστάσια. Ενάντια σε κάθε περικοπή στα δικαιώματα και στους μισθούς των εργατών, αυτά που οι κυβερνήσεις παρουσιάζουν σαν “απαραίτητες θυσίες” στο όνομα του πολέμου. Ενάντια σε κάθε μέτρο λογοκρισίας, αστυνομοκρατίας και καταστολής που επιβάλλουν “οι πολεμικές συνθήκες”. Ο στόχος των επαναστατών είναι να σταματήσουν τον πόλεμο που ετοιμάζουν τα αφεντικά τους. Η κινητοποίησή μας δεν είναι μια διαμαρτυρία ενάντια στον πόλεμο, αλλά μια ενεργητική προσπάθεια να τον σταματήσουμε. Είναι “Πόλεμος κατά του Πολέμου”.

Κόντρα στο κυρίαρχο ρεύμα, ενάντια στον πόλεμο ορθώνεται η διαμαρτυρία των πιο πρωτοπόρων αγωνιστών. Το αντιπολεμικό κίνημα μπορεί να είναι μειοψηφικό στην κοινωνία που ετοιμάζεται για τον πόλεμο, αλλά αποτελεί την πρώτη πηγαία κοινωνική αντίδραση ενάντια στο πολεμικό μακελειό. Η συμμετοχή στα κινήματα ειρήνης είναι το πιο σπουδαίο καθήκον για τους επαναστάτες σε αυτό το σημείο. Η μοιρολατρία, η παθητικότητα μπροστά στα υπέρμετρα μέσα των καπιταλιστών και των μηχανισμών τους, είναι ο σοβαρότερος κίνδυνος που αντιμετωπίζει η πρωτοπορία αυτή τη στιγμή. Γι αυτό έχει τεράστια αξία και η πιο μικρή προσπάθεια ενάντια σε αυτό το κυρίαρχο ρεύμα. Πραχτικά σημαίνει το δυνάμωμα της κάθε αντιπολεμικής φωνής, το πλάτεμα κάθε αντιπολεμικής ενέργειας. Κάθε τι που δείχνει στις μάζες πως τα αφεντικά θα συναντήσουν αντίσταση στις πολεμικές τους προετοιμασίες, είναι ένα χτύπημα στο κλίμα φόβου και πειθαρχίας που προσπαθούν να επιβάλλουν.

Σε αυτό το κίνημα μπορεί να συγκλίνουν και ζυμώνονται οι πιο διαφορετικές πολιτικές απόψεις. Από ξεκάθαρες επαναστατικές τοποθετήσεις, μέχρι ανθρωπιστικές διαμαρτυρίες ενάντια στις φρίκες του πολέμου. Αυτό που τους ενώνει είναι η άρνηση του πολέμου. Οι πασιφιστικές αυταπάτες που έχουν αυτά τα κινήματα είναι συνήθως πολύ ισχυρές. ‘Πασιφισμό’ ονομάζουν οι μαρξιστές την πολιτική που καταγγέλλει γενικά τον πόλεμο, είναι όμως ανίκανη να καταλάβει τις πραγματικές αιτίες που τον γενούν. Η δύναμη της κυρίαρχης ιδεολογίας, ακόμα και μέσα στο αντιπολεμικό κίνημα, είναι τόσο δυνατή, που αναγκάζει τα ειρηνόφιλα αισθήματα του αντιπολεμικού κινήματος να καταφεύγουν σε πασιφιστικές φόρμουλες έκφρασης και δράσης για να εκφραστούν.

Η ολόπλευρη συμμετοχή των επαναστατών στα αντιπολεμικά κινήματα έχει πολιτικό αποτέλεσμα μόνο στο βαθμό που δεν υποχωρούν πολιτικά σε αυτές τις πασιφιστικές αυταπάτες των μαζών. Πρέπει να εξηγούν πως τις πραγματικές αιτίες του πολέμου. Να εξηγούν πως ο πόλεμος είναι ένα χαρακτηριστικό τόσο ζωτικό για την καπιταλιστική κοινωνία, όσο και η ειρήνη της. Πως όσο δεν ανατρέπεται αυτό το σύστημα θα γεννάει μόνο πολέμους. Και κυρίως, πως όσο κι αν είμαστε αντίθετοι με τον πόλεμο, είμαστε αντίθετη και με την ιμπεριαλιστική “ειρήνη” των αφεντικών. Πως η “ειρήνη” τους σημαίνει εκμετάλλευση και καταπίεση. Το να βοηθήσουν οι επαναστάτες το αντιπολεμικό κίνημα να προχωρήσει παραπέρα από την καταγγελία του πολέμου, είναι το σπουδαιότερο ταξικό καθήκον.

“Οι σοσιαλιστές, αντί να αφήνουν τους υποκριτές λογοκόπους να εξαπατούν το λαό με φράσεις και υποσχέσεις για δυνατότητα ειρήνης, είναι υποχρεωμένοι να εξηγούν στις μάζες ότι είναι αδύνατο να γίνει μια κάπως δημοκρατική ειρήνη χωρίς μια σειρά από επαναστάσεις και χωρίς επαναστατικό αγώνα μέσα σε κάθε χώρα ενάντια στην κυβέρνησή της. Οι σοσιαλιστές, αντί να επιτρέπουν στους αστούς πολιτικάντηδες να εξαπατούν τους λαούς με φράσεις για ελευθερία των εθνών, είναι υποχρεωμένοι να εξηγούν στις μάζες των εθνών που καταπιέζουν άλλα έθνη, ότι δεν υπάρχει γι αυτούς καμιά ελπίδα ν’ απελευθερωθούν αν θα βοηθούν στην καταπίεση άλλων εθνών, αν δεν αναγνωρίσουν και δεν υπερασπιστούν τα δικαίωμα αυτοδιάθεσης αυτών των εθνών, δηλ. το δικαίωμα για ελεύθερο αποχωρισμό. Να η κοινή για όλες τις χώρες σοσιαλιστική και όχι ιμπεριαλιστική πολιτική στο ζήτημα της ειρήνης και στο εθνικό ζήτημα”. (Λένιν, Για το ζήτημα της ειρήνης).

Η δουλειά αυτή δεν μπορεί να συντελεστεί παρά μόνο με σκληρή σύγκρουση ενάντια σε όλους όσους καλλιεργούν τον πατριωτισμό και την προετοιμασία του πολέμου μέσα στο εργατικό κίνημα. “Όπως η αστική τάξη δε θα πεθάνει ώσπου να την ανατρέψουν, έτσι και το ρεύμα που τρέφεται και υποστηρίζεται από την αστική τάξη, που εκφράζει τα συμφέροντα μιας μικροομάδας διανοουμένων και της αριστοκρατίας της εργατικής τάξης, που έχει συμμαχήσει με την αστική τάξη, δεν θα πεθάνει αν δεν το “σκοτώσεις”, δηλ. αν δεν το ανατρέψεις, αν δεν το στερήσεις από κάθε επιρροή του στο σοσιαλιστικό προλεταριάτο. Αυτό το ρεύμα είναι ισχυρό ακριβώς χάρη στους δεσμούς του με την αστική τάξη και, χάρη στις αντικειμενικές συνθήκες της “ειρηνικής” εποχής των χρόνων 1871-1914, έγινε ένα είδος διευθυντικό, παρασιτικό στρώμα μέσα στο εργατικό κίνημα.

Εδώ επιβάλλεται όχι μόνο να “κατηγορούμε”, αλλά να βαράμε συναγερμό, να ξεσκεπάζουμε αμείλικτα, να ανατρέπουμε, “να βγάζουμε από τις θέσεις” του το παρασιτικό αυτό στρώμα, να καταστρέφουμε την “ενότητά” του με το εργατικό κίνημα, γιατί μια τέτοια “ενότητα” σημαίνει στην πράξη ενότητα του προλεταριάτου με την εθνική αστική τάξη και διάσπαση του διεθνούς προλεταριάτου, ενότητα των λακέδων και διάσπαση των επαναστατών”. (Λένιν, Η φωνή ενός τίμιου γάλλου σοσιαλιστή)

Η προσπάθεια να φρεναριστεί ο πόλεμος είναι ένα έργο εξαιρετικά δύσκολο. Τα μέσα που έχουν στη διάθεσή τους οι καπιταλιστές για να σπείρουν το εθνικιστικό δηλητήριο, είναι πολύ μεγαλύτερα από τη φωνή των επαναστατών. Όμως, η καμπάνια για να σταματήσουμε τον πόλεμο, δεν είναι μια άχρηστη προσπάθεια. Ακόμα κι αν οι επαναστάτες δεν κατορθώσουν να ταρακουνήσουν τις μάζες που πρόσκαιρα είναι ναρκωμένες από τον πατριωτισμό, ρίχνουν ένα σπόρο που θα βλαστήσει μόλις οι ίδιες οι συνθήκες του πολέμου ταρακουνήσουν τις εργαζόμενες μάζες.

Ακόμα και με το ξέσπασμα του πολέμου, η ταξική πάλη δεν σβήνει παρά τις προσπάθειες των καπιταλιστών να την κουκουλώσουν “την ώρα που η πατρίδα είναι σε κίνδυνο ή σε πόλεμο”. Είναι καθήκον των επαναστατών να βρίσκονται στην πρώτη γραμμή αυτών των ταξικών συγκρούσεων, να προσπαθήσουν να τις οργανώσουν και να τις γενικεύσουν. Το ΕΑΜ χρωστάει το δυνάμωμά του και το ρίζωμά του στην εργατική τάξη της Αθήνας, όταν στην περίοδο της κατοχής οργάνωσε απεργίες και κινητοποιήσεις ενάντια στην αποστολή εργατών στη Γερμανία. Δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος για να φανεί στην πράξη πως εργάτες και καπιταλιστές έχουν διαφορετικά συμφέροντα και πως οι πρώτοι δεν είναι διατεθειμένοι να εκχωρήσουν το παραμικρό στα αφεντικά τους, μπροστά στο σκοπό της υπεράσπισης της “πατρίδας”.

Η απόσπαση των εργατών από των πατριωτισμό είναι το κυριότερο έργο των επαναστατών. Απέναντι στο λαό που ντυμένος στρατιώτης πολεμάει τον “εχθρό” (δηλαδή τα ταξικά αδέρφια της “αντίπαλης” χώρας), οι επαναστάτες δεν πρέπει να σταματούν να δείχνουν τον πραγματικό εχθρό του λαού, να προπαγανδίζουν πως ο εχθρός είναι στη χώρα μας, είναι η ίδια η αστική “μας” τάξη και οι κυβερνήσεις της. Δεν διστάζουν να δηλώνουν ανοιχτά πως το μικρότερο κακό σε αυτό τον πόλεμο είναι η ήττα της “δικιάς μας” πατρίδας και της “δικιάς μας” αστικής τάξης. Η ήττα θα προετοιμάσει το έδαφος για την κοινωνική αλλαγή που θα βάλει μια κι έξω τέλος όχι μόνο στον πόλεμο, αλλά και στη σάπια “ειρήνη” των αφεντικών, την φτώχια, την εκμετάλλευση και την καταπίεση.

“Η μοναδική πολιτική που σημαίνει ρήξη της “ταξικής ειρήνης”, ρήξη πραγματική και όχι στα λόγια, και αναγνώριση της ταξικής πάλης, είναι η πολιτική του να επωφελείται το προλεταριάτο από τις δυσκολίες της κυβέρνησής του και της αστικής του τάξης για να τις ανατρέψει. Αυτό όμως δεν μπορεί να το πετύχει κανείς, δεν μπορεί να το επιδιώκει, χωρίς να εύχεται την ήττα της κυβέρνησής του, χωρίς να συμβάλλει σε αυτή την ήττα”. (Λένιν, Για την ήττα της κυβέρνησης της χώρας σου)

Πρακτικά αυτό σημαίνει πως οι επαναστάτες προσπαθούν να εκμεταλλευτούν κάθε δυσκολία που έχει η δική τους αστική τάξη στον πόλεμο για να βοηθήσουν στην ανατροπή της. Σημαίνει μια συνειδητή προσπάθεια να μετατρέψουν τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο σε εμφύλιο ταξικό, σε σοσιαλιστική επανάσταση. Οι δυστυχίες και οι θυσίες του πολέμου μετατρέπουν το προηγούμενο πατριωτικό κλίμα σε οργή ενάντια στον πόλεμο και τους καπιταλιστές που είναι οι υπεύθυνοι γι αυτόν. Αν αυτή η οργή θα μπορέσει να προσανατολιστεί πολιτικά, αν θα μετατραπεί σε συνειδητή δύναμη ανατροπής της καπιταλιστικής κοινωνίας, είναι έργο των κομμουνιστών να προετοιμαστούν και να προετοιμάσουν συνειδητά αυτό το ενδεχόμενο.

Κ. Ρουσίτης

Πηγή : avantgarde2009  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου