Του Γιώργου Αλεξάτου
Δεν είχαν συμπληρωθεί ακόμη εννιά χρόνια από τη λήξη του Εμφυλίου (τον Αύγουστο 1949) και τη συντριπτική ήττα των δυνάμεων του λαϊκού κινήματος, όταν τα αποτελέσματα των εκλογών της 11ης Μαΐου 1958 έστελναν προς κάθε κατεύθυνση, μέσα και έξω από την Ελλάδα, το μήνυμα ότι η ηττημένη, καθημαγμένη και διωκόμενη Αριστερά όχι μόνο δεν είχε περιθωριοποιηθεί, αλλά διεκδικούσε εκ νέου έναν ρόλο καθοριστικό στις πολιτικές εξελίξεις.
Η νόμιμη έκφραση της εαμογενούς Αριστεράς, η Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά (ΕΔΑ), στην οποία κυριαρχούν οι δυνάμεις του παράνομου, από τα τέλη του 1947, ΚΚΕ, αναδεικνύεται αξιωματική αντιπολίτευση, με το 24,42% των ψήφων, έναντι 41,16% του κυβερνητικού δεξιού κόμματος, της ΕΡΕ, 20,67% του κεντρώου Κόμματος των Φιλελευθέρων, 10,62% της ΠΑΔΕ (συνασπισμού μικρών κομμάτων της αντιπολίτευσης) κ.λπ.
Η μεγάλη αυτή εκλογική επιτυχία της Αριστεράς υπήρξε αποτέλεσμα μια σειράς παραγόντων, με πρώτο και κύριο την εκτεταμένη λαϊκή δυσαρέσκεια από την κυβερνητική πολιτική. Ενώ ο ελληνικός καπιταλισμός έχει μπει σε τροχιά ανασυγκρότησης που προδιαγράφει τη «χρυσή εποχή» της αλματώδους ανάπτυξης των χρόνων 1962-73 (Γιάννης Μηλιός – Ηλίας Ιωακείμογλου, Η διεθνοποίηση του ελληνικού καπιταλισμού και το ισοζύγιο πληρωμών – Εξάντας 1990, σ. 94.), η εργατική τάξη και η μεγάλη πλειονότητα του λαϊκού κόσμου, αγροτών, μικροεπαγγελματιών κ.λπ., ζουν σε συνθήκες φτώχειας που ελάχιστα έχουν βελτιωθεί στα χρόνια που μεσολάβησαν από τη λήξη του πολέμου.
Η φτώχεια, η ανέχεια και η ανεργία (που οδηγεί κάθε χρόνο δεκάδες χιλιάδες στη μετανάστευση) συμπληρώνονται από την αστυνομοκρατία, ιδιαίτερα έντονη στην ύπαιθρο, ενώ εκατοντάδες αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης και της Αριστεράς παραμένουν πολιτικοί κρατούμενοι στις φυλακές και τους τόπους εξορίας.
Επιπλέον, για τη μεγάλη πλειονότητα του ελληνικού λαού, η πρόσδεση της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ και ο ιδιαίτερος ρόλος των Αμερικανών στην πολιτική της ζωή, ενισχύουν τον πατριωτικό αντιιμπεριαλισμό. Πόσο μάλλον που εκείνα ακριβώς τα χρόνια διεξάγεται στην Κύπρο ο αντιαποικιοκρατικός απελευθερωτικός αγώνας, ενάντια στους συμμάχους στο ΝΑΤΟ Βρετανούς, με δυο άλλες σύμμαχες χώρες (την Τουρκία και τις ΗΠΑ) να τάσσονται εναντίον του, ενώ μεγάλη ανησυχία προκαλεί η απόφαση εγκατάστασης αμερικανικών στρατιωτικών βάσεων στην Ελλάδα. Η εγκατάστασή τους θα μετέτρεπε τη χώρα σε βέβαιο στόχο του αντίπαλου στρατοπέδου (των σοσιαλιστικών χωρών) σε περίπτωση μετατροπής του Ψυχρού Πολέμου σε θερμό και μάλιστα σε πυρηνικό.
Η ΕΔΑ είναι εκείνο το κόμμα που βασίζει την πολιτική του ακριβώς στην αντιμετώπιση των λαϊκών προβλημάτων, προτείνοντας μέτρα κοινωνικής πολιτικής υπέρ των εργαζομένων, συμπεριλαμβανομένων και των μικροϊδιοκτητικών στρωμάτων της πόλης και της υπαίθρου, αντιτασσόμενη στην αστυνομοκρατία και τη διατήρηση του θεσμικού πλαισίου του εμφυλιοπολεμικού καθεστώτος έκτακτης ανάγκης, υποστηρίζοντας τον αγώνα του κυπριακού λαού και καλώντας σε έξοδο από το ΝΑΤΟ και αποτροπή της εγκατάστασης των αμερικανικών στρατιωτικών βάσεων σε ελληνικό έδαφος.
Οι εκλογές του 1958 διεξάγονται με έναν άλλο όρο που επίσης ευνοεί την Αριστερά. Πρόκειται για την πολυδιάσπαση του πολιτικού χώρου του Κέντρου, των δυνάμεων που βρίσκονται μεταξύ της ΕΔΑ και της ΕΡΕ.
Έχοντας πρωτοστατήσει το 1956 στη συγκρότηση ενιαίου μετώπου κατά της ΕΡΕ, που οδήγησε στην κοινή εκλογική κάθοδο των κομμάτων της αντιπολίτευσης με το σχήμα της Δημοκρατικής Ένωσης, η ΕΔΑ συνέχισε και τα επόμενα χρόνια να υψώνει τη σημαία της πανδημοκρατικής ενότητας. Η απόρριψη των ενωτικών προτάσεών της από τα άλλα αντιπολιτευτικά κόμματα, αλλά και η συμφωνία του μεγαλύτερου από αυτά, του Κόμματος των Φιλελευθέρων, με την ΕΡΕ για τη διεξαγωγή των εκλογών του 1958 με εκλογικό σύστημα που να ευνοεί τα δύο πρώτα κόμματα (ελπίζοντας πως δεύτερο κόμμα θα είναι οι φιλελεύθεροι), στρέφουν σημαντικό ποσοστό δημοκρατικών πολιτών προς την Αριστερά.
Η ΕΔΑ κατεβαίνει στις εκλογές με μεγάλο αριθμό συνεργαζόμενων υποψηφίων βουλευτών, οι οποίοι ανταποκρίνονται στο ενωτικό κάλεσμα. Ανάμεσά τους είναι ο ιστορικός ηγέτης της σοσιαλιστικής παράταξης Ηλίας Τσιριμώκος, ο σοσιαλιστής συνδικαλιστής ηγέτης Δημήτρης Στρατής, ο επίσης σοσιαλιστής Στρατής Σωμερίτης, ο πρώην υπαρχηγός του ΕΔΕΣ Κομνηνός Πυρομάγλου, οι Μιχάλης Κύρκος, Σταύρος Ηλιόπουλος κ.ά, που είχαν συμμετάσχει στην ίδρυση της ΕΔΑ το 1951 και κατόπιν αποχώρησαν, ακόμη και συντηρητικής προέλευσης παράγοντες, όπως ο πρώην υπουργός και βουλευτής Σταμάτης Μερκούρης, ο συνδικαλιστής Σίμος Χατζηδημητρίου κ.λπ.
Το εκλογικό αποτέλεσμα και η ανάδειξη 79 βουλευτών από την ΕΔΑ, αντιμετωπίζεται ως έκπληξη, αν και όπως υποστηρίζει ο Ηλίας Νικολακόπουλος, ήδη το 1956 οι ψήφοι των υποψηφίων της ΕΔΑ στους συνδυασμούς της Δημοκρατικής Ένωσης αντιπροσώπευαν ποσοστό 16%, στο οποίο προστέθηκε και το άλλο 8%, λόγω της ευρύτητας των συνεργασιών του 1958 και της δυναμικής που αναπτύχθηκε (Ηλίας Νικολακόπουλος, Η καχεκτική δημοκρατία. Κόμματα και εκλογές, 1946-1967 – Πατάκης 2001, σ. 211-212).
Ιδιαίτερη σημασία έχει ο ταξικός χαρακτήρας της ψήφου προς την ΕΔΑ, η οποία αναδεικνύεται πρώτο κόμμα στις εργατικές πόλεις και συνοικίες, φτάνοντας μάλιστα, στην περίπτωση της κατεξοχήν εργατικής Β΄ Πειραιά, στο εκπληκτικό ποσοστό του 60,8%, όταν στην Α΄ Πειραιά παίρνει 34,4%. Οι εργατικές συνοικίες της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης και των άλλων πόλεων δίνουν επίσης ποσοστά πάνω από 55% στην ΕΔΑ.
Το εκλογικό αποτέλεσμα προκάλεσε αντιδράσεις που χαρακτηρίστηκαν από τον όρο «κόκκινος πανικός» (red scare), που χρησιμοποίησαν οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες. Ο Νταν Μπρούστερ, πολιτικός σύμβουλος τότε της αμερικανικής πρεσβείας στην Αθήνα, διηγούνταν ότι «η CIA μάς τρόμαξε κατά έναν απίστευτο τρόπο και μας προειδοποίησε ότι η κατάσταση θα έβαινε προς το χειρότερο». Η εκτίμηση της πρεσβείας ήταν άλλωστε ότι η άνοδος της ΕΔΑ «θα ωθήσει τη χώρα προς την ουδετερότητα» στη διαπάλη ανάμεσα στο ΝΑΤΟ και στο ανατολικό μπλοκ». (Αλέξης Παπαχελάς, Το Βήμα 12/3/2000).
Ο «κόκκινος πανικός» εκδηλώνεται, φυσικά, και στους κύκλους της ελληνικής Δεξιάς. Δεν απουσιάζουν, μάλιστα, και προτάσεις αντιδημοκρατικής εκτροπής, τις οποίες δεν αποδέχεται ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής. Δεν αποδέχεται, όμως, ούτε και προτάσεις άσκησης πολιτικής φιλολαϊκών κοινωνικών μέτρων, για την απόσπαση των φτωχότερων τμημάτων του πληθυσμού από την επιρροή της Αριστεράς. Ο ηγέτης της Δεξιάς ήξερε πως η περαιτέρω καπιταλιστική ανάπτυξη προϋπέθετε τη διατήρηση των συνθηκών φτώχειας των λαϊκών τάξεων και κυρίως τη δυνατότητα απόσπασης μεγάλων ποσοστών υπεραξίας, με την καθήλωση των εργατικών ημερομισθίων σε πολύ χαμηλά επίπεδα.
Για την αντιμετώπιση του κινδύνου, ο Καραμανλής θα «ακολουθήσει την παλαιά δοκιμασμένη μέθοδο των κάθε είδους πιέσεων και διώξεων» κατά της Αριστεράς, «εκμεταλλευόμενος στο έπακρο όλα τα μέσα και τις δυνατότητες που του παρέχουν η ισχύουσα εμφυλιοπολεμική νομοθεσία και το δομημένο αντικομμουνιστικό κράτος» (Τάσος Τρίκκας, ΕΔΑ 1951-67. Το νέο πρόσωπο της Αριστεράς – Θεμέλιο 2009, τ. Α΄ σ. 575). Αποκορύφωση αυτής της πολιτικής θα αποτελέσουν οι επόμενες εκλογές, του 1961, που έχουν μείνει στην ιστορία ως «εκλογές βίας και νοθείας».
Πηγή : vathikokkino
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου