Τετάρτη 25 Μαρτίου 2015

Ισπανία 1936

Κυκλοφόρησε το νέο βιβλίο του Μαρξιστικού Βιβλιοπωλείου για την Ισπανία του 1936, το Λαϊκό Μέτωπο και την επανάσταση ενάντια στο φασισμό. Τα κείμενα είναι γραμμένα από τον Άντι Ντέργκαν και τον Τόνι Κλιφ που μέσα σε περίπου 140 σελίδες δίνουν την ιστορία της ισπανικής επανάστασης απέναντι στο φασιστικό πραξικόπημα του Φράνκο. 
Στις 16 Φλεβάρη του 1936 το Λαϊκό Μέτωπο, η εκλογική συμμαχία των φιλελεύθερων Δημοκρατικών πολιτικών με τα κόμματα και τις οργανώσεις της εργατικής τάξης, κατάφερε να κερδίσει τις εκλογές πέντε χρόνια μετά την ανατροπή της Μοναρχίας. 

Από την πλευρά των εργατικών κομμάτων στο Λαϊκό Μέτωπο συμμετείχαν το Σοσιαλιστικό Κόμμα και η Ομοσπονδία του UGT, το Κομμουνιστικό Κόμμα και το Ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα Καταλονίας. Το κοινό πρόγραμμα είχαν υπογράψει με επιφυλάξεις το POUM (επαναστατική αριστερά) και ένα κομμάτι της CNT (της πολύ δυνατής αναρχικής Ομοσπονδίας). 

Πριν την εκλογική νίκη του Λαϊκού Μετώπου είχε προηγηθεί η «Μαύρη Διετία» με την αντίσταση στην δεξιά κυβέρνηση που εκλέχτηκε το ’33, τους έντονους εργατικούς αγώνες, την ματοβαμμένη εξέγερση στα ανθρακωρυχεία της Αστούριας, τις επιθέσεις στην Εκκλησία λόγω του αντιδραστικού ρόλου της, τις αγροτικές κινητοποιήσεις. 

Αυτοί οι αγώνες ήταν η βάση της επικράτησης του Λαϊκού Μετώπου. Όπως υπογραμμίζεται στο βιβλίο «η κυβέρνηση που σχηματίστηκε, αν και στηριζόταν στα κόμματα της αριστεράς, αποτελούνταν αποκλειστικά από μέλη των Δημοκρατικών, με πρωθυπουργό τον Μανουέλ Αθάνια. Το πρόγραμμα του Λαϊκού Μετώπου χαρακτηριζόταν από ακραία μετριοπάθεια». 

Σύνθημα

Η ηγεσία της νέας κυβέρνησης προσπαθούσε από την πρώτη στιγμή να καθησυχάσει την αστική τάξη ότι δεν υπήρχε κίνδυνος ανατροπής της. Όμως, «όποιες και αν ήταν οι προθέσεις των ηγετών του Λαϊκού Μετώπου», τα αποτελέσματα των εκλογών ήταν το σύνθημα για ένα μαζικό και καταιγιστικό ξέσπασμα των ταξικών αγώνων». 

Στους πέντε μήνες που ακολούθησαν τις εκλογές έγιναν 113 γενικές και 228 περιφερειακές ή κλαδικές απεργίες, στις οποίες συμμετείχαν τόσο οι εργάτες στις πόλεις όσο και οι εργάτες γης. Από τον Φλεβάρη μέχρι τον Ιούλη του ’36 190 χιλιάδες αγροτικές οικογένειες κατέλαβαν και εγκαταστάθηκαν σε 600 χιλιάδες εκτάρια γης. Καμία σχέση με την αγροτική μεταρρύθμιση που είχε γίνει από το 1931 μέχρι το 1933 και είχε δώσει γη μόνο σε εφτά χιλιάδες αγρότες. 

Οι γαιοκτήμονες και οι βιομήχανοι δεν πίστευαν ότι η κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου μπορούσε να συγκρατήσει την αγωνιστική έξαρση που υπήρχε απέναντι σε ό, τι είχαν σταθερό: την ατομική ιδιοκτησία, την εθνική ενότητα της Ισπανίας, την εκκλησία, την οικογένεια. Άρχισαν να στρέφονται στο στρατό και τους φασίστες για να βρουν λύση. 

Την νύχτα της 17 προς 18 Ιούλη ξέσπασε το στρατιωτικό πραξικόπημα του στρατηγού Φράνκο στο Μαρόκο (ισπανική αποικία) από όπου ξεκίνησε για να καταλάβει την εξουσία. 

Η κυβέρνηση του Λαϊκού Μετώπου όχι μόνο δεν πήρε τα απαραίτητα μέτρα, αλλά τις πρώτες μέρες προσπάθησε να αποκρύψει τον κίνδυνο, ενώ απείλησε με εκτέλεση όσους θα μοίραζαν όπλα στους εργάτες. 

Οι ίδιοι όμως δεν κάθισαν να περιμένουν με σταυρωμένα τα χέρια. Στο βιβλίο υπάρχει η περιγραφή του Χιου Τόμας: «το προλεταριάτο είχε ξεκινήσει ένα πόλεμο μέχρι θανάτου ενάντια στους φασίστες» με όποιο τρόπο μπορούσε στη Βαρκελώνη, τη Μαδρίτη, την Βαλένθια, τη Μάλαγα. Παρόλα αυτά μετά από μερικές μέρες συγκρούσεων, η Ισπανία είχε χωριστεί στα δύο. Το 40% είχε καταληφθεί από τους πραξικοπηματίες που διέθεταν άμεση βοήθεια από τα φασιστικά καθεστώτα της Ιταλίας και της Γερμανίας.

Ο ξεσηκωμός των εργατών απέναντι στην φασιστική απειλή ξεπέρασε τα όρια της άμυνας. Σε όλες τις μεγάλες πόλεις οι εργάτες άρχισαν να καταλαμβάνουν και να ελέγχουν τα σημεία-κλειδιά της οικονομίας και της πληροφόρησης. «Στην σφαίρα της οικονομίας η επανάσταση προχώρησε ακόμα περισσότερο με την κολεκτιβοποίηση της γεωργίας, της βιομηχανίας και των υπηρεσιών». 

Το φθινόπωρο του ’36 είχε σχηματιστεί έστω και σε εμβρυακό βαθμό κατάσταση «δυαδικής εξουσίας». Το στοίχημα που παιζόταν ήταν ποια πλευρά θα επικρατούσε, η αστική δημοκρατική ή η προλεταριακή επαναστατική. 

Σε αυτό το δίλημμα οι επιλογές όλων των κομμάτων και των οργανώσεων της εργατικής τάξης ήταν λαθεμένες. Το Σοσιαλιστικό και το Κομμουνιστικό Κόμμα πήραν υπουργεία στην κυβέρνηση που σχηματίστηκε στις 4 Σεπτέμβρη του 1936 με πρωθυπουργό τον αριστερό σοσιαλιστή, Λάργκο Καμπαγέρο, ενώ ακόμα και το POUM και η CNT μπήκαν στην τοπική κυβέρνηση της Καταλονίας. 

Καμιά από αυτές τις δυνάμεις δεν έβαζε ζήτημα κατάληψης της εξουσίας. Το Κομμουνιστικό Κόμμα, κάτω από τις εντολές του Στάλιν και της Κομιντέρν, είχε θέση ότι ο σοσιαλισμός δεν ήταν στην ημερήσια διάταξη στην Ισπανία, αλλά ο στόχος ήταν οι πλατύτερες δυνατές ταξικές συμμαχίες. Αυτή η θέση εξυπηρετούσε την εξωτερική πολιτική της ΕΣΣΔ αφού δεν ήθελε να τρομάξει την Αγγλία και τη Γαλλία με «επαναστατικά πειράματα» που θα γίνονταν απειλή με το παράδειγμά τους για κάθε άρχουσα τάξη στην Ευρώπη. Το Σοσιαλιστικό Κόμμα, μετά από διαδικασίες ενοποίησης με το ΚΚ, είχε γίνει κομμάτι αυτής της πολιτικής. 

Η μόνη δύναμη που θα μπορούσε να αντιστρέψει αυτή την πορεία λόγω μεγέθους και ριζών μέσα στην εργατική τάξη ήταν η CNT. Όμως, «κάθε εξουσία και κάθε πολιτική ήταν για την ηγεσία της CNT το ίδιο διεφθαρμένη και δικτατορική» και έτσι ποτέ δεν αξιοποίησε τις δυνατότητές της για την κατάληψη της κεντρικής εξουσίας. 

Εναλλακτική πρόταση

Αντίθετα, έφτασε να κάνει κάτι που ήταν παράλογο και αντιφατικό με βάση τις αρχές της, να συμμετέχει με δύο υπουργούς στην κεντρική κυβέρνηση από το Νοέμβρη του ’36. Όπως αναφέρεται στο βιβλίο: «μην έχοντας να προτείνει εναλλακτική πρόταση στο αστικό κράτος… κατέληξε να συμμετέχει στις ίδιες τις κυβερνήσεις που στήριζαν αυτό το κράτος». 

Το POUM ενώ στη φρασεολογία του είχε το σύνθημα της εργατικής εξουσίας ποτέ δεν κατάφερε να ξεφύγει από τον κεντρισμό που το χαρακτήριζε, να ομογενοποιηθεί σαν κόμμα και να παίξει ένα πιο σημαντικό ρόλο από το να είναι η αριστερή πτέρυγα του Λαϊκού Μετώπου. 

Η εξέγερση στην Βαρκελώνη το Μάη του ’37, όπου οι εργάτες ξαναβγήκαν στα οδοφράγματα απέναντι στην προβοκάτσια της κυβέρνησης του Λαϊκού Μετώπου στο κατειλημμένο κτίριο της Τηλεφωνικής Εταιρίας που αποτελούσε υπόδειγμα εργατικού ελέγχου, ήταν η τελευταία ευκαιρία για πάρει η επανάσταση νικηφόρα τροπή. 

Η εξέγερση σταμάτησε μόνο χάρη στην επέμβαση και παρότρυνση των ηγετών της CNT (ειδικά των υπουργών της). Από εκεί και μετά αυτό που ακολούθησε ήταν η καταστολή των επαναστατικών τμημάτων αφού κηρύχτηκε παράνομο το POUM, δολοφονήθηκε ο ηγέτης του, Άντρες Νιν, κυνηγήθηκαν χιλιάδες μέλη της CNT και άρχισε το ξήλωμα όλων των εργατικών κατακτήσεων. 

Μετά το Μάη του ’37, πέρασαν άλλοι 21 μήνες μέχρι την ολοκληρωτική νίκη του Φράνκο και την εγκαθίδρυση της φασιστικής δικτατορίας του, την 1 Απρίλη του 1939.

Ήταν αναπόφευκτη αυτή η ήττα; Ο Λέανδρος Μπόλαρης στον πρόλογο του βιβλίου γράφει: “Η επανάσταση τσακίστηκε. Όμως, αυτό δεν εξασφάλισε ούτε την υποστήριξη των «δημοκρατικών» κυβερνήσεων του εξωτερικού, ούτε επιτυχίες στη διεξαγωγή του πολέμου. Για να κερδηθεί ο πόλεμος χρειαζόταν η επανάσταση, όχι το αντίστροφο, όπως υποστήριζε η ρεφορμιστική αριστερά”.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου