Του Étienne Balibar
Ένας παλιός φίλος Ιάπωνας, ο Haruhisa Kato, πρώην καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Todai, μου έγραψε το παρακάτω: «Είδα τις εικόνες της Γαλλίας, η οποία στο σύνολο της είναι βυθισμένη στο πένθος. Είμαι βαθιά αναστατωμένος. Εκείνη την εποχή, μου άρεσαν πολύ τα κόμικ του Wolinski. Είμαι συνδρομητής στο Canard enchaîné από πάντα. Απολαμβάνω κάθε εβδομάδα τα σκίτσα του Beauf του Cabu.
Έχω πάντα δίπλα στο γραφείο μου το κόμικ Cabu et Paris, πολλά σκίτσα του οποίου που έχουν νεαρά κορίτσια από την Ιαπωνία, χαρούμενες τουρίστριες στα Ηλύσια Πεδία, είναι αξιοθαύμαστα». Αλλά, πιο κάτω, αυτή η επιφύλαξη: «Η έκδοση της 1ης Ιανουαρίου της Le Monde ξεκινούσε με αυτά τα λόγια: «Ένας καλύτερος κόσμος; Αυτό σημαίνει, καταρχάς, την εντατικοποίηση του αγώνα κατά του ισλαμικού κράτους και της τυφλής βαρβαρότητα του». Έμεινα έκπληκτος από τη δήλωση, που μου φάνηκε κάπως αντιφατική, ότι πρέπει να περάσουμε πρώτα από τον πόλεμο για να έχουμε ειρήνη».
Κι άλλοι μου γράφουν επίσης από παντού: από την Τουρκία, την Αργεντινή, τις ΗΠΑ… Όλοι εκφράζουν συμπόνια και αλληλεγγύη, αλλά επίσης και ανησυχία: για την ασφάλειά μας και για τη δημοκρατία μας, τον πολιτισμό μας, για την ψυχή μας θα έλεγα εγώ. Σε αυτούς θέλω να απαντήσω, και ταυτόχρονα και στην πρόσκληση της Liberation. Είναι δίκαιο που οι διανοούμενοι εκφράζονται, χωρίς κανένα προνόμιο, κυρίως χωρίς εκείνο της συγκεκριμένης διαύγειας, αλλά χωρίς δισταγμό και χωρίς υστεροβουλία. Είναι ένα καθήκον λειτουργίας, έτσι ώστε να κυκλοφορεί ο λόγος στην πόλη στην εποχή του κινδύνου. Σήμερα, τόσο άμεσα, δε θα ήθελα να πω παρά μόνο τρεις ή τέσσερις λέξεις.
Κοινότητα. Ναι, χρειαζόμαστε την κοινότητα: για το πένθος, για την αλληλεγγύη, για την προστασία, για τη σκέψη. Αυτή η κοινότητα δεν αποκλείει, ειδικότερα δεν αποκλείει εκείνους, μεταξύ των πολιτών, Γάλλων ή μεταναστών, που μία προπαγάνδα ολοένα και πιο βίαιη, που θυμίζει τα πιο θλιβερά επεισόδια στην ιστορία μας, εξισώνει με την εισβολή και την τρομοκρατία για να τους μετατρέψει στους αποδιοπομπαίους τράγους των φόβων μας, της εξαθλίωση μας ή των φαντασιώσεων μας. Αλλά δεν είναι πια η κοινότητα εκείνων που πιστεύουν τις θέσεις του Εθνικού Μετώπου ή που γοητεύονται από την πεζογραφία του Houellebecq. Πρέπει, επομένως, να εξηγηθεί. Και δεν τελειώνει στα σύνορα, καθώς είναι σαφές ότι η ανταλλαγή των συναισθημάτων, των ευθυνών και των πρωτοβουλιών πρέπει να μοιραστεί σε διεθνές επίπεδο, και αν είναι δυνατόν (ο Edgar Morin έχει απόλυτο δίκιο σε αυτό το σημείο) σε ένα κοσμοπολίτικο περιβάλλον.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η κοινότητα δε μπερδεύεται με την «εθνική ενότητα». Αυτή η έννοια πρακτικά δεν έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ παρά μόνο σε ανομολόγητους σκοπούς: στο να φιμωθούν οι ενοχλητικές ερωτήσεις και στο να γίνει πιστευτό το αναπόφευκτο των μέτρων έκτακτης ανάγκης. Η ίδια η Αντίσταση (και δικαίως) δεν επικαλέστηκε αυτόν τον όρο. Και ήδη βλέπουμε πώς, ο Πρόεδρος της Γαλλίας, κηρύσσοντας εθνικό πένθος, κάτι που είναι προνόμιο του, το εκμεταλλεύτηκε για να βρει μια δικαιολογία για τις στρατιωτικές μας παρεμβάσεις, οι οποίες δεν είναι βέβαιο ότι δεν έχουν συμβάλλει στο να πάρει ο κόσμος την τωρινή του κάτω βόλτα. Μετά από αυτό έρχονται όλες τις συζητήσεις των κομμάτων που είναι»εθνικά» και εκείνων που δεν είναι, ακόμη κι αν πρέπει να φέρουν το όνομα. Θέλουμε, λοιπόν, να ανταγωνιστούμε την κα Le Pen;
Απερισκεψία. Οι σκιτσογράφοι της Charlie Hebdo ήταν απερίσκεπτοι; Ναι, αλλά η λέξη έχει δύο σημασίες, περισσότερο ή λιγότερο εύκολα διακριτές (και, φυσικά, εδώ μπαίνει μια υποκειμενικότητα). Περιφρόνηση του κινδύνου, διάθεση ρίσκου, ηρωισμός, αν θέλετε. Αλλά επίσης αδιαφορία για τις ενδεχόμενες καταστροφικές συνέπειες μιας υγιούς πρόκλησης: στη συγκεκριμένη περίπτωση το αίσθημα ταπείνωσης εκατομμυρίων ανθρώπων που έχουν ήδη στιγματιστεί, το οποίο τους παραδίδει στις χειραγωγήσεις των οργανωμένων φανατικών. Πιστεύω ότι ο Charb και οι συνάδελφοι του ήταν απερίσκεπτοι και με τις δύο έννοιες του όρου. Σήμερα, που αυτή η απερισκεψία τους έχει κοστίσει τη ζωή, αποκαλύπτοντας επ” ευκαιρία το θανάσιμο κίνδυνο που αντιμετωπίζει η ελευθερία της έκφρασης, θέλω να σκέφτομαι μόνο την πρώτη σημασία. Αλλά για αύριο και για μεθαύριο (διότι αυτή η υπόθεση δε θα διαρκέσει μόνο μία ημέρα), θα ήθελα πολύ να σκεφτούμε τον πιο έξυπνο τρόπο για να διαχειριστούμε τη δεύτερη και την αντίθεση της με την πρώτη. Αυτό δε θα γίνει αναγκαστικά από δειλία.
Τζιχάντ. Επίτηδες, λέω τη λέξη που τρομάζει για να κλείσω, γιατί είναι καιρός να εξεταστούν όλες οι συνέπειες. Δεν έχω παρά μόνο την αρχή της ιδέας για αυτό το θέμα, αλλά από εκεί κρατιέμαι: η μοίρα μας βρίσκεται στα χέρια των μουσουλμάνων, όσο ασαφής κι αν είναι αυτή η δήλωση. Γιατί; Επειδή είναι δίκαιο, φυσικά, να προειδοποιήσω για τα αμαλγάματα και να αντιτεθώ στην ισλαμοφοβία που ισχυρίζεται ότι διαβάζει το κάλεσμα για δολοφονία στο Κοράνι ή την προφορική παράδοση. Αλλά αυτό δεν είναι αρκετό. Στην εκμετάλλευση του Ισλάμ από τα δίκτυα τζιχαντιστών – των οποίων, για να μην ξεχνάμε, μουσουλμάνοι σε όλο τον κόσμο και στην Ευρώπη είναι τα κύρια θύματα – δε μπορεί να απαντήσει παρά μόνο μια θεολογική κριτική, και στη τελική, μια μεταρρύθμιση της «κοινής λογικής» της θρησκείας, που θα μετατρέψει τον τζιχαντισμό σε μια αναλήθεια στα μάτια των πιστών. Διαφορετικά, θα εμπλακούμε όλοι στο θανατηφόρο κλοιό της τρομοκρατίας, που είναι ικανός να ενθαρρύνει όλους τους ταπεινωμένους και προσβεβλημένους της κοινωνίας μας που βρίσκεται σε κρίση, και τις καταστροφικές για την ελευθερία πολιτικές ασφαλείας, που εφαρμόζονται από τα όλο και πιο στρατιωτικοποιημένα κράτη. Υπάρχει λοιπόν ευθύνη των μουσουλμάνων, ή κυρίως ένα χρέος που τους βαραίνει. Αλλά είναι επίσης και δικό μας χρέος, όχι μόνο επειδή το «εμείς» για το οποίο μιλώ, εδώ και τώρα, εξ” ορισμού περιλαμβάνει πολλούς μουσουλμάνους, αλλά και επειδή οι πιθανότητες μια τέτοιας κριτικής και μιας τέτοιας μεταρρύθμισης, ήδη μικρές, θα γίνονταν τελείως μηδαμινές εάν αρκεστούμε για πολύ καιρό σε ρητορικές απομόνωσης, των οποίων οι μουσουλμάνοι, μαζί με τη θρησκεία και τον πολιτισμό τους, γίνονται συνήθως ο στόχος.
Πηγή: Liberation
Μετάφραση: Αντώνης Γαλανόπουλος και Κωνσταντίνα Μαγγίνα
Κι άλλοι μου γράφουν επίσης από παντού: από την Τουρκία, την Αργεντινή, τις ΗΠΑ… Όλοι εκφράζουν συμπόνια και αλληλεγγύη, αλλά επίσης και ανησυχία: για την ασφάλειά μας και για τη δημοκρατία μας, τον πολιτισμό μας, για την ψυχή μας θα έλεγα εγώ. Σε αυτούς θέλω να απαντήσω, και ταυτόχρονα και στην πρόσκληση της Liberation. Είναι δίκαιο που οι διανοούμενοι εκφράζονται, χωρίς κανένα προνόμιο, κυρίως χωρίς εκείνο της συγκεκριμένης διαύγειας, αλλά χωρίς δισταγμό και χωρίς υστεροβουλία. Είναι ένα καθήκον λειτουργίας, έτσι ώστε να κυκλοφορεί ο λόγος στην πόλη στην εποχή του κινδύνου. Σήμερα, τόσο άμεσα, δε θα ήθελα να πω παρά μόνο τρεις ή τέσσερις λέξεις.
Κοινότητα. Ναι, χρειαζόμαστε την κοινότητα: για το πένθος, για την αλληλεγγύη, για την προστασία, για τη σκέψη. Αυτή η κοινότητα δεν αποκλείει, ειδικότερα δεν αποκλείει εκείνους, μεταξύ των πολιτών, Γάλλων ή μεταναστών, που μία προπαγάνδα ολοένα και πιο βίαιη, που θυμίζει τα πιο θλιβερά επεισόδια στην ιστορία μας, εξισώνει με την εισβολή και την τρομοκρατία για να τους μετατρέψει στους αποδιοπομπαίους τράγους των φόβων μας, της εξαθλίωση μας ή των φαντασιώσεων μας. Αλλά δεν είναι πια η κοινότητα εκείνων που πιστεύουν τις θέσεις του Εθνικού Μετώπου ή που γοητεύονται από την πεζογραφία του Houellebecq. Πρέπει, επομένως, να εξηγηθεί. Και δεν τελειώνει στα σύνορα, καθώς είναι σαφές ότι η ανταλλαγή των συναισθημάτων, των ευθυνών και των πρωτοβουλιών πρέπει να μοιραστεί σε διεθνές επίπεδο, και αν είναι δυνατόν (ο Edgar Morin έχει απόλυτο δίκιο σε αυτό το σημείο) σε ένα κοσμοπολίτικο περιβάλλον.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η κοινότητα δε μπερδεύεται με την «εθνική ενότητα». Αυτή η έννοια πρακτικά δεν έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ παρά μόνο σε ανομολόγητους σκοπούς: στο να φιμωθούν οι ενοχλητικές ερωτήσεις και στο να γίνει πιστευτό το αναπόφευκτο των μέτρων έκτακτης ανάγκης. Η ίδια η Αντίσταση (και δικαίως) δεν επικαλέστηκε αυτόν τον όρο. Και ήδη βλέπουμε πώς, ο Πρόεδρος της Γαλλίας, κηρύσσοντας εθνικό πένθος, κάτι που είναι προνόμιο του, το εκμεταλλεύτηκε για να βρει μια δικαιολογία για τις στρατιωτικές μας παρεμβάσεις, οι οποίες δεν είναι βέβαιο ότι δεν έχουν συμβάλλει στο να πάρει ο κόσμος την τωρινή του κάτω βόλτα. Μετά από αυτό έρχονται όλες τις συζητήσεις των κομμάτων που είναι»εθνικά» και εκείνων που δεν είναι, ακόμη κι αν πρέπει να φέρουν το όνομα. Θέλουμε, λοιπόν, να ανταγωνιστούμε την κα Le Pen;
Απερισκεψία. Οι σκιτσογράφοι της Charlie Hebdo ήταν απερίσκεπτοι; Ναι, αλλά η λέξη έχει δύο σημασίες, περισσότερο ή λιγότερο εύκολα διακριτές (και, φυσικά, εδώ μπαίνει μια υποκειμενικότητα). Περιφρόνηση του κινδύνου, διάθεση ρίσκου, ηρωισμός, αν θέλετε. Αλλά επίσης αδιαφορία για τις ενδεχόμενες καταστροφικές συνέπειες μιας υγιούς πρόκλησης: στη συγκεκριμένη περίπτωση το αίσθημα ταπείνωσης εκατομμυρίων ανθρώπων που έχουν ήδη στιγματιστεί, το οποίο τους παραδίδει στις χειραγωγήσεις των οργανωμένων φανατικών. Πιστεύω ότι ο Charb και οι συνάδελφοι του ήταν απερίσκεπτοι και με τις δύο έννοιες του όρου. Σήμερα, που αυτή η απερισκεψία τους έχει κοστίσει τη ζωή, αποκαλύπτοντας επ” ευκαιρία το θανάσιμο κίνδυνο που αντιμετωπίζει η ελευθερία της έκφρασης, θέλω να σκέφτομαι μόνο την πρώτη σημασία. Αλλά για αύριο και για μεθαύριο (διότι αυτή η υπόθεση δε θα διαρκέσει μόνο μία ημέρα), θα ήθελα πολύ να σκεφτούμε τον πιο έξυπνο τρόπο για να διαχειριστούμε τη δεύτερη και την αντίθεση της με την πρώτη. Αυτό δε θα γίνει αναγκαστικά από δειλία.
Τζιχάντ. Επίτηδες, λέω τη λέξη που τρομάζει για να κλείσω, γιατί είναι καιρός να εξεταστούν όλες οι συνέπειες. Δεν έχω παρά μόνο την αρχή της ιδέας για αυτό το θέμα, αλλά από εκεί κρατιέμαι: η μοίρα μας βρίσκεται στα χέρια των μουσουλμάνων, όσο ασαφής κι αν είναι αυτή η δήλωση. Γιατί; Επειδή είναι δίκαιο, φυσικά, να προειδοποιήσω για τα αμαλγάματα και να αντιτεθώ στην ισλαμοφοβία που ισχυρίζεται ότι διαβάζει το κάλεσμα για δολοφονία στο Κοράνι ή την προφορική παράδοση. Αλλά αυτό δεν είναι αρκετό. Στην εκμετάλλευση του Ισλάμ από τα δίκτυα τζιχαντιστών – των οποίων, για να μην ξεχνάμε, μουσουλμάνοι σε όλο τον κόσμο και στην Ευρώπη είναι τα κύρια θύματα – δε μπορεί να απαντήσει παρά μόνο μια θεολογική κριτική, και στη τελική, μια μεταρρύθμιση της «κοινής λογικής» της θρησκείας, που θα μετατρέψει τον τζιχαντισμό σε μια αναλήθεια στα μάτια των πιστών. Διαφορετικά, θα εμπλακούμε όλοι στο θανατηφόρο κλοιό της τρομοκρατίας, που είναι ικανός να ενθαρρύνει όλους τους ταπεινωμένους και προσβεβλημένους της κοινωνίας μας που βρίσκεται σε κρίση, και τις καταστροφικές για την ελευθερία πολιτικές ασφαλείας, που εφαρμόζονται από τα όλο και πιο στρατιωτικοποιημένα κράτη. Υπάρχει λοιπόν ευθύνη των μουσουλμάνων, ή κυρίως ένα χρέος που τους βαραίνει. Αλλά είναι επίσης και δικό μας χρέος, όχι μόνο επειδή το «εμείς» για το οποίο μιλώ, εδώ και τώρα, εξ” ορισμού περιλαμβάνει πολλούς μουσουλμάνους, αλλά και επειδή οι πιθανότητες μια τέτοιας κριτικής και μιας τέτοιας μεταρρύθμισης, ήδη μικρές, θα γίνονταν τελείως μηδαμινές εάν αρκεστούμε για πολύ καιρό σε ρητορικές απομόνωσης, των οποίων οι μουσουλμάνοι, μαζί με τη θρησκεία και τον πολιτισμό τους, γίνονται συνήθως ο στόχος.
Πηγή: Liberation
Μετάφραση: Αντώνης Γαλανόπουλος και Κωνσταντίνα Μαγγίνα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου